Σάββατο 8 Ιουλίου 2017

Αλέξανδρος Παπαναστασίου: ο αρχιτέκτονας της 1ης Δημοκρατίας

"Δεν είναι υπερβολή να πω ότι η πολιτική μου σκέψη και η πολιτική μου αντίληψη θα ήταν φτωχότερη αν έλειπε αυτός ο στενός σύνδεσμος και η στενή επαφή με το λαό της Αρκαδίας"
Αλέξανδρος Παπαναστασίου
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, πολιτικός και κοινωνιολόγος, είναι ένας από τους κορυφαίους πολιτικούς της νεώτερης Ελλάδας, γνωστός και ως ο "πατέρας της Δημοκρατίας".
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, γιος του Παναγιώτη και της Μαριγώς Παπαναστασίου από το Λεβίδι Αρκαδίας, γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1876. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κοινωνικές επιστήμες, φιλοσοφία και νομικά στα πανεπιστήμια Χαϊδελβέργης και Βερολίνου. Τις σπουδές του συμπλήρωσε στο Λονδίνο και στο Παρίσι.

Η πρώτη ελληνική Δημοκρατία

Ήταν 13 Απριλίου του 1924. Πανηγυρικά, το δημοψήφισμα του ελληνικού λαού ανακήρυξε τη δημοκρατία στην Ελλάδα, μόλις ενάμισι χρόνο αφότου η χώρα είχε υποστεί την μικρασιατική καταστροφή. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου συμπλήρωνε μόλις σαράντα ημέρες στην πρωθυπουργική καρέκλα. Θα έμενε σ’ αυτήν άλλες εκατό. Προτιμούσε να αφιερωθεί στη δημιουργία ενός πραγματικά δημοκρατικού συντάγματος.
Από το 1908, εργάστηκε για την αγροτική μεταρρύθμιση και την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Σχημάτισε ομάδα κοινωνιολόγων, αναμίχθηκε στην πολιτική, πολέμησε εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους κι εντάχθηκε (1915) με την ομάδα του στο κόμμα των Φιλελευθέρων, αποτελώντας την αριστερή του πτέρυγα. Από το 1920, άρχισε φανερά να υποστηρίζει την αβασίλευτη δημοκρατία ως τη μόνη σωτήρια για τα ελληνικά συμφέροντα. Τον Φεβρουάριο του 1922, δημοσίευσε το «Δημοκρατικό μανιφέστο», εγκαινιάζοντας τον αγώνα για την εγκαθίδρυση δημοκρατίας. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών χρόνων αλλά, με την επανάσταση του Σεπτεμβρίου του 1922, ελευθερώθηκε και ίδρυσε τη Δημοκρατική Ένωση, κόμμα με στόχο την επιβολή της δημοκρατίας.

Η επαναστατική επιτροπή είχε ζητήσει κι ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχτηκε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις, που οδήγησαν στη συνθήκη της Λοζάννης. Μετά τις εκλογές (16 Δεκεμβρίου του 1923), το κόμμα των Φιλελευθέρων (με απούσα την αντιπολίτευση) πλειοψήφησε. Οι βουλευτές της Δημοκρατικής Ένωσης ζήτησαν να φύγει ο Γεώργιος Β’, ώσπου να αποφασίσει ο λαός για το πολιτειακό. Οι Φιλελεύθεροι το δέχτηκαν.

Ο νικητής της ναυμαχίας της Λήμνου ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης ανέλαβε αντιβασιλιάς. Ο Βενιζέλος ήρθε στην Ελλάδα (4 Ιανουαρίου 1924), ανέλαβε πρόεδρος της εθνοσυνέλευσης για να παραιτηθεί αμέσως και να γίνει πρωθυπουργός (11 του μήνα).

Στη Βουλή και στην εθνοσυνέλευση, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου υποστήριζε την αβασίλευτη δημοκρατία, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος τη συνταγματική βασιλεία. Στις θορυβώδεις συνεδριάσεις που ακολούθησαν, διαπιστώθηκε πως οι δημοκρατικοί είχαν την πλειοψηφία. Ο Βενιζέλος παραιτήθηκε (4 Φεβρουαρίου 1924) δηλώνοντας ότι εγκαταλείπει την πολιτική κι έφυγε στο Παρίσι.

Τον διαδέχτηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Καφαντάρης (1873 - 1946), που ήθελε πρώτα να γίνει δημοψήφισμα κι έπειτα να προχωρήσει η εθνοσυνέλευση στην εκπόνηση ανάλογου συντάγματος. Παραιτήθηκε (4 Μαρτίου), οπότε ανάλαβε ο Παπαναστασίου, που, μέσα από την 4η εθνοσυνέλευση, ψήφισε την κατάργηση της βασιλείας και την ανακήρυξη τη δημοκρατίας (24 Μαρτίου του 1924). Το δημοψήφισμα (13 Απριλίου του 1924), επισφράγισε πανηγυρικά το ψήφισμα της εθνοσυνέλευσης με τον Κουντουριώτη να αναλαμβάνει προσωρινός πρόεδρο της δημοκρατίας.

Ο Παπαναστασίου παραιτήθηκε από πρωθυπουργός (Ιούλιο του 1924). Εξακολούθησε όμως να είναι πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής, που επεξεργαζόταν το νέο σύνταγμα.

Στις 26 Ιουνίου του 1925, ο πρώην επαναστάτης και αρχηγός της στρατιάς της Θράκης στρατηγός Θόδωρος Πάγκαλος (1878 - 1952) ανάτρεψε την κυβέρνηση. Όμως, το νέο σύνταγμα ψηφίστηκε (10 Σεπτεμβρίου του 1925) χωρίς να ισχύσει αμέσως. Ο Πάγκαλος διέλυσε την εθνοσυνέλευση (4 Ιανουαρίου του 1926), ανακηρύχτηκε δικτάτορας κι εξόρισε τον Παπαναστασίου και τον Καφαντάρη, που τον καλούσαν να παραδώσει την εξουσία. Ο Κουντουριώτης παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενος.

Ένα χρόνο αργότερα, στις 7 Αυγούστου του 1926 κι ενώ ο δικτάτορας βρισκόταν διακοπές στις Σπέτσες, ένα κίνημα οργανωμένο από τον υποστράτηγο Γεώργιο Κονδύλη (1879 - 1936) και συνεπικουρούμενο από λαϊκή επανάσταση γκρέμισε τη δικτατορία.

Ο Κονδύλης αποκατέστησε τον Κουντουριώτη στην προεδρία της Δημοκρατίας, έθεσε το νέο σύνταγμα σε ισχύ, προκήρυξε εκλογές και παρέδωσε την εξουσία στον Αλέξανδρο Ζαϊμη, πρωθυπουργό οικουμενικής κυβέρνησης (Δεκέμβριος του 1926). Ο Παπαναστασίου μετείχε ως υπουργός Γεωργίας, αξίωμα που κράτησε ως τον Φεβρουάριο του 1928. Επιτέλους, οι εκλογές για την ανάδειξη κανονικού προέδρου έγιναν τον Μάιο του 1929. Ο Κουντουριώτης ήταν τότε 74 χρόνων. Εκλέχτηκε κι έμεινε στο πόστο του ως τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, οπότε παραιτήθηκε για λόγους υγείας.

Ως υπέρμαχος της ιδέας να δημιουργηθεί Βαλκανική Ένωση, ο Παπαναστασίου ήταν πρόεδρος του Διεθνούς Συνεδρίου για την Ειρήνη που συγκροτήθηκε στην Αθήνα το 1929 καθώς και της Βαλκανικής Διάσκεψης που πρώτη φορά έγινε στην Αθήνα το 1930 και τα επόμενα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι.

Μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου το 1932, έγινε πρωθυπουργός. Ανατράπηκε λίγες μέρες αργότερα από τους Φιλελεύθερους του Βενιζέλου. Τρία χρόνια αργότερα, μετά το κίνημα του 1935, υπέστη μύριες όσες διώξεις. Είδε τη δημοκρατία για την οποία τόσο μόχθησε, να γκρεμίζεται στα τέλη του 1935, πένθησε τον θάνατο του Ελευθέριου Βενιζέλου στις 13 Μαρτίου του 1936, έζησε να υποστεί την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά στις 4 Αυγούστου και πέθανε πικραμένος στις 17 Νοεμβρίου 1936.

(Έθνος της Κυριακής, 14.4.2002) (τελευταία επεξεργασία, 5.5.2009)


Αλέξανδρος Παπαναστασίου (1876-1936)

Από την περίοδο των σπουδών του στη Γερμανία, ο Α. Παπαναστασίου έρχεται σε επαφή με τα θεωρητικά προβλήματα του σενεργατισμού μελετά διεξοδικά τα συναιτεριστικά ρεύματα της εποχή του και διαμορφώνει τις συναιτεριστικές του αντιλήψεις από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη. Οι αντιλήψεις του αυτές είναι επιρρεασμένες από την συναιτεριστική πρακτική που κυριαρχούσε στη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα. Μάλιστα πρώτος και σε πολύ πρώιμη εποχή θα υπογραμμίσει στις χειρόγραφες σημειώσεις του "Πολιτεία και Αγροτικοί συνεταιρισμοί" την πρωτοποριακή αντίληψη ότι "ο συνεταιρισμός είναι ένωση προσώπων και όχι κεφαλαίων".

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1907 άρχισε να ασχολείται με τα κοινά. Το 1908 ίδρυσε με συνεργάτες του την "Κοινωνιολογική Εταιρία" με σκοπό την εξασφάλιση σε όλους εξίσου ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους. Επίσης ήταν ο ιδρυτής μαζί με τον Δελμούζο και τον Πετιμεζά της "Ομάδας των Κοινωνιολογων".

Το 1910 ιδρύθηκε από τα μέλη της Κοινωνιολογικής Εταιρίας το Λαϊκό Κόμμα με πρόγραμμα μεταρρυθμιστικό και οργάνωση δημοκρατική. Την ίδια χρονιά ο Α. Παπαναστασίου εκλέχτηκε βουλευτής και έδωσε ανυποχώρητες μάχες για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος και την παραχώρηση των τσιφλικιών στους ακτήμονες της Θεσσαλίας.

Το 1916, ως βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων, προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και αντιπροσώπευσε την Επαναστατική Κυβέρνηση των Ιόνιων Νησιών. Το Μάρτιο του 1917 του ανατέθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης η Γενική Διοίκηση των Ιόνιων Νήσων όπου είχε την ευκαιρία να επιδείξει τη διορατικότητά του στο χειρισμό των εθνικών θεμάτων.

Το 1922 ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου προχώρησε σε ανασυγκρότηση του Λαϊκου Κόμματος , το οποίο απέκτησε οργάνωση κοινοβουλευτικού δημοκρατικού κόμματος αρχών και ονομάστηκε "Δημοκρατική Ένωση". Από το 1926 πήρε τον υπότιτλο "Αγροτικόν και Εργατικόν Κόμμα", ο οποίος από το 1928 και μετά έγινε ο οριστικός του τίτλος.

Ο Παπαναστασίου εξελέγη πολλές φορές βουλευτής (1910,1915,1923,1926,1928,1932,1933 -σε επαναληπτική εκλογή- και 1936) με αδιάλειπτη και ενεργό συμμετοχή στη Βουλή και προτάσεις πρωτοποριακές για όλους τους τομείς και ιδιαίτερα για τα κοινωνικά και τον αγροτικά θέματα. Ήταν ο σημαντικότερος υποστηρικτής του συναιτεριστικού ζητήματος και εξέφρασε την ιδέα αυτή σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Συμμετείχε στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και διετέλεσε υπουργός Συγκοινωνιών, Εσωτερικών και Περιθάλψεως στις κυβερνήσεις του Ε. Βενιζέλου.

Από το 1917 ώς το 1920 ήταν Υπουργός Συγκοινωνιών και προσωρινά Υπουργός περιθάλψεως και Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου.Στη θέση αυτή επιτέλεσε λαμπρό έργο όπως η ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς, η οικιστική νομοθεσία σχετικά με το σχέδιο πόλεων, ο έλεγχος των δημοσίων έργων, η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917, η πρόνοια για τη γεωργική και τεχνική εκπαίδευση.

Το 1922 πρωτοστάτησε στη συγγραφή και δημοσίευση του Δημοκρατικού Μανιφέστου, με το οποίο καταγγέλθηκε επώνυμα και δημόσια η ολέθρια για τη χώρα πολιτική των φιλοβασιλικών κυβερνήσεων στο Μικρασιατικό. Για την πράξη αυτή συνελήφθηκε και φυλακίστηκε μαζί με τους συνυπογράψαντες. Μεταξύ άλλων έγραφε ο Αλ. Παπαναστασίου στο Δημοκρατικό Μανιφέστο:

"Η Ελλάς είναι δημιούργημα του πνεύματος, των μόχθων και τωνμ αγώνων των τέκνων της. Δεν είναι βασιλικόν τιμάριον και δεν μπορεί ποτέ να γίνει ανεκτόν να θυσισασθεί και το ελέχιστον τμήμα της χάριν προσωπικών βασιλικών συμφερόντων".

Το Μάρτιο του 1924 σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων η οποία, με τη δική του επιμονή, κατέθεσε στις 25/3/1924 ψήφισμα στη Δ΄ Συντακτική Συνέλευση για την ανακύρηξη αβασίλευτης Δημοκρατίας, κηρύσσοντας έκπτωτη τη μοναρχία. Το ψήφισμα επικυρώθηκε με δημοψήφισμα στις 13/4/1924. Εως τις 18/6/1924 που διήρκησε η πρωθυπουργία του κατέθεσε στην Εθνοσυνέλευση σημαντικές προτάσεις που ψηφίστηκαν όπως η ίδρυση Πανεπιστήμιου στη Θεσσαλονίκη, η λαϊκη μετεκπαίδευση, η αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας κ.ά.
Από το 1926 εώς το 1928 διετέλεσε Υπουργός Γεωργίας στην Οικουμενική κυβέρνηση Ζαϊμη, με σημαντικό έργο όπως: η υπογραφή πρωτοκόλλου για την ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, μέριμνα για τη εκπαίδευση, η δημιουργία συναιτερισμών, η αποκατάσταση ακτημόνων κ.ά.

Στις 26/5/1932 πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης η οποία ορκίστηκε αλλά παραιτήθηκε στις 3/6/1932. Από τον Ιανουάριο έως το Μάρτιο του 1933 ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Γεωργίας στην κυβέρνηση Βενιζέλου.Μετά την αποτυχία του κινήματος του 1935 παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο, αλλά απαλλάχθηκε.
Ιδιαίτερης μνείας αξίζουν οι θέσεις του για ένωση των Βαλκανικών λαών σε ενιαίο δημοκρατικό σχηματισμό. Σκοπός του ήταν η ειρηνική επίλυση των διαφόρων και πολυχρονίων αντιθέσεων, η διατήρηση της φιλίας και της πολυμερούς συνεργασίας και ασφάλειας και η αποφυγή των ξένων παρεμβάσεων. Για την υλοποίηση των στόχων αυτών ο Παπαναστασίου πρότεινε τη σύγκλιση ετησίων διασκέψεων των Βαλκανικών κρατών. Έγιναν 4 Βαλκανικές Διασκέψεις από το 1930 εώς και το 1933 με σημαντικά αποτελέσματα.

Η δικτατορία του Ι. Μεταξά τον έθεσε σε κατ' οίκον περιορισμό. Ο Α. Παπαναστασίου πέθανε ξαφνικά στις 17/11/1936 από ανακοπή καρδιάς, μένοντας στην ιστορία σαν ένας πρωτοπόρος και εμπνευσμένος πολιτικός, σαν εξαίρετος επιστήμονας και σαν ηθικός άνθρωπος.
http://arcadia.ceid.upatras.gr


Παπαναστασίου Αλέξανδρος


Πρωθυπουργός

ΣΤ:. Ρήγας Φεραίος

(Τρίπολη 1876 – Αθήνα 1936)

Σπούδασε Νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία, Γαλλία και Αγγλία. Συνδέεται με τον κύκλο των Δημοτικιστών και προοδευτικών διανοούμενων της εποχής. Στα 1908 ιδρύει την Κοινωνιολογική Εταιρία. Συντάσσεται με το στρατιωτικό κίνημα του Γουδί 1909. Ιδρύει τον επόμενο χρόνο το Λαϊκό Κόμμα. Εκλέγεται βουλευτής Αρκαδίας. Εργάζεται υπέρ της απαλλοτριώσεως των γεωργικών εκτάσεων που ανήκουν σε παλαιά τσιφλίκια. Συμμετέχει ως εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους και παρασημοφορείται για την ανδρεία του. Προσχωρεί στο κίνημα του Ελευθ. Βενιζέλου (1915) και αναλαμβάνει το υπουργείο Συγκοινωνιών το οποίο κρατά μέχρι το 1920, κατόπιν το υπουργείο Περιθάλψεως και Εσωτερικών. Το 1922 συμμετέχει στη σύνταξη του ΄΄Δημοκρατικού Μανιφέστου΄΄ καλεί τον βασιλιά Κωνσταντίνο να παραιτηθεί για να μην ανατραπεί η συνθήκη των Σεβρών. Καταδικάζεται σε 3ετη φυλάκιση στη Λαμία. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ιδρύει το κόμμα της ΄΄Δημοκρατικής Ένωσης – Αγροτικόν και Εργατικόν Κόμμα΄΄ . Ο Παπαναστασίου διακηρύσσει την ανάγκη της αβασίλευτης δημοκρατίας (1923) στις εκλογές της Δ΄ Εθνικής Συντακτικής Συνέλευσης. Αναλαμβάνει την Πρωθυπουργία το 1924 και ανακηρύσσει το πολίτευμα της αβασίλευτης Δημοκρατίας, το οποίο επικυρώνεται με δημοψήφισμα με 70%, εξ ου και κερδίζει την προσωνυμία ΄΄Πατέρας της Δημοκρατίας΄΄ . Το 1924 στρέφεται εναντίον της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου, συλλαμβάνεται και εκτοπίζεται. Το 1926 εκλέγεται βουλευτής Μαντινείας και αναλαμβάνει υπουργός Γεωργίας έως το 1928. Το 1932 σχηματίζει κυβέρνηση προσωπικοτήτων, γίνεται υπουργός Γεωργίας και Εθνικής οικονομίας. Αντιτίθεται στο κίνημα του 1935 . Φυλακίζεται με την παλινόρθωση της Βασιλείας , αθωώνεται και πάλι εκτοπίζεται. Το 1936 εκλέγεται και πάλι βουλευτής, αντιτίθεται και αρνείται ψήφο εμπιστοσύνης στον Ι. Μεταξά. Το έργο του Παπαναστασίου ήταν τεράστιο, απαριθμούμε : έβαλε τις βάσεις της ομαδικής μεταφοράς (συγκοινωνιακά μέσα) ταχυδρομείων και τηλεγραφίας. Θέσπισε το εθνικό κτηματολόγιο, οικοδομικούς κανονισμούς, ρυθμιστικό σχέδιο της πόλεως των Αθηνών. Συστήνει την Διεθνή επιτροπή ανοικοδόμησης της Θεσσαλονίκης. Ιδρύει το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1924). Αναδιοργάνωσε το ΕΜΠ και την Σχολή Καλών τεχνών. Φιλότεχνος βοηθά στον εμπλουτισμό της Εθνικής Πινακοθήκης. Στενός φίλος όλων των λογοτεχνών και εικαστικών (Κ. Παρθένη, Κ. Παλαμά, Αλ. Δελμούζου, Μ. Καλομοίρη, Αγ. Σικελιανού κ.α). Οργάνωσε τους Γεωργικούς Συνεταιρισμούς και σχολές γεωργικής εκπαίδευσης. Ίδρυσε την Αγροτική Τράπεζα. Δημιούργησε το Πεδίον του Άρεως ως Πάρκο, άνοιξε τις πόρτες του Βασιλικού κήπου και το μετονόμασε σε Εθνικό κήπο. Στο ιδεολογικό επίπεδο ήταν βαθύτατα Δημοκράτης, καινοτόμος και πρωτοπόρος για την εποχή του, όπως : σε θέματα Πολιτικού γάμου, γυναικείας ψήφου, προστασία μητρότητας, εξώγαμων τέκνων, κοινωνικές ασφαλίσεις, κατάργησης θανατικής ποινής, διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους, συνδικαλιστικής και συνεργατικής οργάνωσης, ψηφοφορίας με απλή αναλογική, κ.α Για όλα αυτά δεν μπορούσε να δεχτεί τον αυταρχισμό και τα δικτατορικά κινήματα, πράγμα σύνηθες για την εποχή. Επίσης ήταν υπέρ της ισότιμης συνεργασίας των κρατών και βοήθησε στην δημιουργία της Βαλκανικής Ένωσης και Ελληνοτουρκικής φιλίας μεταξύ Ελ. Βενιζέλου και Κεμάλ Ατατούρκ, (1930-1933). Ο Γ. Παπανδρέου είπε: Ο Βενιζέλος επραγματοποίησεν εις την Ελλάδα το έθνος και το κράτος. Ο Αλ. Παπαναστασίου εισήγαγε εις αυτήν τον πνευματικόν και κοινωνικόν χαρακτήρα. Αποτέλεσε εγκαλλώπισμα του πολιτικού κόσμου της Ελλάδος. Ενάρετος όσον ουδείς, με ευψυχίαν όσον ουδείς.


Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου για τα γυναικεία δικαιώματα


γράφει ο Αλέξανδρος Κ. Παπαναστασίου

Ζητήσαμε /tomov.gr από τον Αλέξανδρο Κ. Παπαναστασίου, ανιψιό και γνώστη του έργου του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, σοσιαλιστή από τις αρχές του 20ού αιώνα, να μας ενημερώσει για τις απόψεις και τις ενέργειες του Α.Π. για τα θέματα της ισότητας των δύο φύλων και των γυναικείων δικαιωμάτων, που ήταν πρωτοποριακές για την εποχή. Ανταποκρίθηκε στο αίτημά μας με το εξαιρετικά τεκμηριωμένο άρθρο που ακολουθεί.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου (1876– 1936), νομικός, πολιτικός επιστήμονας και κοινωνιολόγος, υπήρξε καινοτόμος κοινωνικός μεταρρυθμιστής και οραματιστής, πολιτικός ηγέτης μιας αριστερής εκδοχής της σοσιαλδημοκρατίας με πρωτοπόρες και ριζοσπαστικές για την εποχή του ιδέες. Μετά τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών σπουδάζει φιλοσοφία, κοινωνιολογία και οικονομία στα Πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης και Βερολίνου και συνεχίζει ανώτερες σπουδές στο Λονδίνο και το Παρίσι. Πολλές φορές βουλευτής, υπουργός και δύο φορές πρωθυπουργός (το 1924 και το 1932 βραχύβιας όμως διάρκειας), προσπάθησε να ρυμουλκήσει τον βενιζελισμό σε προοδευτικότερη κατεύθυνση συγκροτώντας την αριστερή πτέρυγα του Κόμματος των Φιλελευθέρων, όποτε συνεργάσθηκε μαζί τους ως επικεφαλής ο ίδιος της Δημοκρατικής Ένωσης που μετεξελίχθηκε σε Αγροτικό – Εργατικό Κόμμα. Για τις ιδέες και τη δράση του υπέστη διώξεις και οδηγήθηκε σε δίκες, φυλακίσεις και εξορίες. Είναι περισσότερο γνωστός ως «ο Πατέρας της Δημοκρατίας», αφού το 1924 ως Πρωθυπουργός κατέλυσε τη βασιλεία κηρύσσοντας με δημοψήφισμα έκπτωτη τη μοναρχία και εγκαθιδρύοντας την Αβασίλευτη Δημοκρατία, όρο sine qua non – όπως πίστευε – για την προώθηση της εθνικής, πολιτικής και κοινωνικής χειραφέτησης των Ελλήνων.

Γονιμοποίησε με νέες αρχές και απόψεις το δημόσιο βίο και αγωνίσθηκε για: τον χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, το υποχρεωτικό του πολιτικού γάμου, κατάργηση της θανατικής ποινής, καθιέρωση της ανόθευτης απλής αναλογικής ως πάγιου εκλογικού συστήματος, απόδοση της γης στους καλλιεργητές της και αποκατάσταση των προσφύγων, προώθηση συνεταιριστικής οργάνωσης των εργατών και των αγροτών, καθιέρωση της Κοινωνικής Ασφάλισης, ίδρυση του Παν/μίου Θεσσαλονίκης και της Αγροτικής Τράπεζας, υπεράσπιση του δημοτικισμού, προώθηση της Ειρήνης, της Διαβαλκανικής Συνεργασίας και της ιδέας μιας ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας (της «Πανευρώπης») κ.ά. πολύ πρόωρα για την εποχή του και μη κατακτημένα ακόμη και σήμερα.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου, αν και γνήσιος εκφραστής του αστικού φιλελεύθερου χώρου, δεν δίστασε το 1951 να συνοψίσει πολύ επιγραμματικά την προσφορά του σοσιαλιστή Παπαναστασίου στην πατρίδα και τη δημοκρατία:

«Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επραγματοποίησεν εις την Ελλάδα το έθνος και το κράτος. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου εισήγαγεν εις αυτήν τον πνευματικόν και τον κοινωνικόν χαρακτήρα. Αποτέλεσε εγκαλλώπισμα του πολιτικού κόσμου της Ελλάδος. Ενάρετος όσον ουδείς. Με ευψυχίαν όσον ουδείς».

Ο ΚΟΙΝΩΝΙΣΜΟΣ

Το 1908 ο Α.Π. πρωτοστατεί στην ίδρυση της «Κοινωνιολογικής Εταιρείας», τα μέλη της οποίας δύο χρόνια αργότερα συγκροτούν πολιτική ομάδα με την επωνυμία «Λαϊκόν Κόμμα»1. Από το προοίμιο του «Προγράμματός» του σταχυολογούμε τα εξής ενδιαφέροντα που προσδιορίζουν και το πλαίσιο της μετέπειτα δράσης των «Κοινωνιολόγων», όπως ήσαν γνωστότεροι, (που έκαναν την πρώτη τους κοινοβουλευτική εμφάνιση στην Α’ Αναθεωρητική Βουλή του 1910):

«…Το ισχύον οικονομικόν σύστημα διευκολύνει την εξάρτησιν και εκμετάλλευσιν των πολλών εργαζομένων από τους ολίγους κατόχους των μέσων της παραγωγής… Εγένοντο μέγισται συγκεντρώσεις επιχειρήσεων και συσσωρεύσεις κεφαλαίων, άγνωστοι εις προηγουμένας εποχάς, αι οποίαι δια της υπό το υπάρχον σύστημα ελευθέρας εξελίξεως θέλουν λάβει αναγκαίως μεγαλειτέρας διαστάσεις…

…Τοιουτοτρόπως εδημιουργήθη μία κοινωνική τάξις, στηριζομένη εις την κατοχήν των μέσων της παραγωγής, καρπουμένη την εργασίαν των πολλών και ευρισκομένη εις ανυπέρβλητον, εν συγκρίσει προς προγενεστέρας εποχάς, κοινωνικήν απόστασιν από τας εργαζομένας τάξεις, της οποίας η δύναμις καθίσταται ολονέν ισχυροτέρα. Αλλά τοιαύτη εξάρτησις και τοιαύτη εκμετάλλευσις είναι εντελώς ασυμβίβαστοι προς την ιδέαν της ισότητος και της ελευθερίας, επί των οποίων αξιούν ότι στηρίζονται τα πολιτεύματα των νεωτέρων κρατών…

…Η περιγραφείσα οικονομική, κοινωνική και πολιτική κατάστασις δεν είναι δυνατόν να αρθεί τελείως, αν δεν αφαιρεθεί σύρριζα η αιτία της, εάν δηλ. δεν κατορθωθεί να τελειοποιηθή εις τοιούτον βαθμόν ο πολιτειακός οργανισμός, ώστε να περιλάβει εις την λειτουργίαν του την παραγωγήν των αγαθών και να ρυθμίση την διανομήν αυτών κατά τρόπον δίκαιον και ανθρώπινον…»

Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΨΗΦΟΣ

Ο Α.Π. στο πλαίσιο του αγώνα του για την ωρίμανση των δημοκρατικών ιδεωδών σε όλες τις πτυχές του πολιτικού και κοινωνικού βίου, έδωσε βαρύνουσα σημασία στην πολιτική διαπαιδαγώγηση και χειραφέτηση της γυναίκας, αναγκαία προϋπόθεση της οποίας, βεβαίως, αποτελούσε η καθιέρωση της γυναικείας ψήφου.

Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Ελ. Τύπος» την 1η Ιουνίου 1922 με τίτλο «Η Αγυρτεία εις την πολιτικήν» ο Α.Π. επισημαίνει χαρακτηριστικά :

«…Είναι εντελώς αστείοι οι ισχυρισμοί ότι το εκλογικόν δικαίωμα θα απομακρύνη την γυναίκα από την οικογένειαν (…) ως εάν η ενάσκησις του δικαιώματος κατά τας εκλογάς θα παρεμποδίζη την γυναίκα – μήπως συμβαίνει τι ανάλογον δια τον άνδρα; – να ασχολείται εις τας συνήθεις του εργασίας (…) Δίδει εις αυτήν μόνον άλλην μορφήν και συντελεί, όταν συντρέχη η κατάλληλος μόρφωσις και διαπαιδαγώγησις, να ανέλθη η οικογένεια εις ανώτερον επίπεδον συμβιώσεως από απόψεως αμοιβαίας εκτιμήσεως, αγάπης και υποστηρίξεως των μελών της οικογενείας. Δια την διαπαιδαγώγησιν δε αυτήν ένα συντελεστικόν μέσον είναι και η πολιτική αγωγή και η ευθύνη της γυναικός, η οποία καλλιεργείται και δια της παροχής ψήφου. Αι σκέψεις αυταί με έκαναν και εμέ να υποστηρίζω μαζί με άλλους ομοϊδεάτας την παροχήν δικαιώματος ψήφου εις τας γυναίκας, κατ’ αρχάς εις τους οργανισμούς της τοπικής αυτοδιοικήσεως, δηλαδή τους δήμους και τας κοινότητας, δια των οποίων τα ζητήματα και τα διοικούντα πρόσωπα έχουν αι γυναίκες και αμεσωτέραν γνώσιν και ώριμον αντίληψιν. Τοιουτοτρόπως, βαθμιαίως θα εγίνετο η πολιτική διαπαιδαγώγησις των γυναικών και δια των πραγμάτων θα εδοκιμάζοντο τα αγαθά ή κακά αποτελέσματα της αναμίξεως της γυναικός εις τας εκλογάς…»

Στις 20 Φεβρουαρίου 1925, σε αγόρευσή του στην Δ΄ Συντακτική Συνέλευση υπογραμμίζει:

«…Θα ήτο εντελώς άδικον από απόψεως ανθρωπίνων δικαιωμάτων να διαμφισβητηθεί απολύτως εις το ½ του πληθυσμού το δικαίωμά του να εκφέρη γνώμην επί των πολιτικών πραγμάτων, καθ’ ην στιγμήν προσφέρει και αυτό μεγάλας υπηρεσίας και υφίσταται μεγάλα βάρη και εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου. Και όχι μόνον τούτο, αλλ’ ακριβώς, λόγω της ιδιοσυστασίας των γυναικών, η ανάμιξις αυτών ήθελε πολύ συντελέσει εις την διαφώτισιν ως προς τας αντιλήψεις της ζωής εις πολλά ζητήματα, ιδίως εις μερικά μέτρα αφορώντα την οικογένειαν, την μόρφωσιν και περίθαλψιν των παιδιών, κ.λ.π. Αλλά, αν δεν προτείνω την αναγκαστικήν καθιέρωσιν του εκλογικού δικαιώματος των γυναικών, το πράττω διότι νομίζω ότι απαιτείται ωρίμανσις της δημοσίας γνώμης τόσον του γυναικείου κόσμου όσον και του ανδρικού κόσμου προς παραδοχήν της επεκτάσεως αυτής, η οποία θα έλθη και εις την Ελλάδα αναγκαστικώς λόγω της προοδευτικής εξελίξεως όλων των Πολιτειών και της καθιδρύσεως του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίον στηρίζεται επί ανθρωπιστικωτέρων βάσεων. Είναι αυτονόητον βέβαια ότι το ζήτημα της επεκτάσεως του εκλογικού δικαιώματος και εις τας γυναίκας είναι ζήτημα εκλογικού νόμου…»

Αγόρευση του Α.Π. στο Κοινοβούλιο (8 Ιουλίου 1929):

«…Εις το 1925 έγινεν εις νόμος ο οποίος επέτρεπε δια διατάγματος να παραχωρηθεί δικαίωμα του εκλέγειν εις τας γυναίκας εις τας εχούσας ηλικίαν άνω των 30 ετών και γνωριζούσας ανάγνωσιν και γραφήν. Κατά τον συντηρικώτερον δηλ. τρόπον επέτρεψε να παραχωρηθούν πολιτικά δικαιώματα και δια λόγους δικαιοσύνης, και δια λόγους εξυψώσεως της κοινοτικής και δημοτικής διοικήσεως. Όταν έγινεν αυτός ο νόμος η σκέψις ήτο να εφαρμοσθή δια τας εκλογάς του 1925, αλλ’ υπήρχε γενική πεποίθησις, ότι εις τας εκλογάς του 1929 θα εφηρμόζετο, διότι υπήρχεν όλος ο καιρός και οι εκλογικοί κατάλογοι να γίνουν και όλη η προετοιμασία η απαιτουμένη δια την εφαρμογήν της επεκτάσεως αυτού του δικαιώματος της ψήφου εις τας γυναίκας. Η εξέλιξις της κοινωνίας εις την Ελλάδα ήτο πλέον ή ευνοϊκή δι’ αυτήν την επέκτασιν, διότι έχομεν απειρίαν οικογενειών, των προσφύγων, αι οποίαι στηρίζονται εις την εργασίαν των γυναικών και πολλάς χιλιάδας αγροτικών οικογενειών αι οποίαι λόγω της μεταναστεύσεως πάλιν στηρίζονται εις την εργασίαν και τα προσόντα των γυναικών.

Αφήνω ότι εις όλον τον εργατικόν κόσμον η γυνή εργάζεται όπως και ο ανήρ, ότι εις τα βιομηχανικά κέντρα εργάζονται χιλιάδες γυναικών και, όπως και οι άνδρες, συνεισφέρουν επίσης εις τα βάρη της οικογενείας και εις τα δημόσια έσοδα. Αφήνω το άλλο γεγονός, ότι καθ’ όλον τον πόλεμον η δράσις της γυναικός ήτο τοιαύτη, ώστε επιβάλλεται η παραχώρησις αυτού του δικαιώματος, το οποίον δεν πρόκειται να επηρεάση την γενικήν πολιτικήν του Κράτους, πρόκειται μάλλον να επηρεάση επί το ανθρωπιστικώτερον την κοινοτικήν και δημοτικήν διοίκησιν, κατά τρόπον ο οποίος όχι μόνον δεν μπορεί να εκθέση εις οιονδήποτε κίνδυνον τα συμφέροντα του Δημοσίου, αλλά μάλλον θα προαγάγη τα συμφέροντα της δημοτικής και κοινοτικής διοικήσεως.

Δυστυχώς επέρασεν ο καιρός άπρακτος και ευρισκόμεθα εις τας παραμονάς των δημοτικών εκλογών χωρίς αυτήν την επέκτασιν. Βεβαίως κανείς δεν φαντάζεται ότι είναι δυνατόν εις τας προσεχείς εκλογάς να εφαροσθεί η διάταξις, αλλά θα επεθύμουν να παράσχη η Κυβέρνησις την βεβαίωσιν ότι θα προβή εγκαίρως εις την έκδοσιν του διατάγματος, ώστε να μη ευρεθώμεν εις τας παραμονάς των εκλογών του 1933 συζητούντες αν πρέπει να παραχωρήσωμεν εκλογικά δικαιώματα εις τας γυναίκας δια τας εκλογάς αι οποίαι θα γίνουν τότε, τας δημοτικάς και τας κοινοτικάς…»

Σημειώνουμε ότι ήδη από το 1910 στο πρόγραμμα του Λαϊκού Κόμματος, όπως προαναφέραμε, εκτός των άλλων ρηξικέλευθων ιδεών, προβλεπόταν και «η παραχώρησις εις τας γυναίκας του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι εις τα αξιώματα των οργανισμών της τοπικής διοικήσεως».

Τελικά, μετά από χρόνια νομοθετικών περιπετειών, μόνον το 1934 γίνεται κατορθωτό να ασκήσουν οι Ελληνίδες το δικαίωμα του εκλέγειν (και όχι του εκλέγεσθαι) και μόνον για τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές και υπό τον περιορισμό ότι αυτό αφορούσε μόνο στις εγγράμματες γυναίκες, που είχαν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους. Η διστακτικότητα όμως και οι προκαταλήψεις, καθώς και η μη εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους και ο μεγάλος αριθμός αναλφάβητων γυναικών έχει ως συνέπεια να ψηφίσουν στις εκλογές εκείνες περίπου 480 κυρίες.

Έπρεπε να φθάσουμε αισίως στο Μάϊο του 1952 με το νόμο 2159 που κατοχυρώνει το δικαίωμα της γυναίκας όχι μόνο να εκλέγει, αλλά και να εκλέγεται στις δημοτικές και βουλευτικές εκλογές. Παρ’ όλα αυτά, οι Ελληνίδες δεν μπορούν να ψηφίσουν στις εκλογές του Νοέμβρη που ακολουθεί, αφού δεν έχουν ενημερωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι. Στις επαναληπτικές εκλογές ωστόσο λίγους μήνες αργότερα, εκλέγεται στη Θεσσαλονίκη πρώτη γυναίκα βουλευτής στην ιστορία της Ελλάδας, η Ελένη Σκούρα του Ελληνικού Συναγερμού, η οποία μαζί με τη Βιργινία Ζάννα, του Κόμματος Φιλελευθέρων, υπήρξαν οι πρώτες γυναίκες υποψήφιες για το βουλευτικό αξίωμα.

Σοβαρή κατάκτηση για το γυναικείο κίνημα αποτελεί το Σύνταγμα του 1975 όπου ορίζεται επιτέλους ότι «οι Έλληνες και οι Ελληνίδες είναι ίσοι».

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ

Πάνω από έναν αιώνα από σήμερα, στις 29 Αυγούστου 1909 ένα προφητικό και πάντα επίκαιρο και στις μέρες μας κείμενο της «Κοινωνιολογικής Εταιρείας» ανέλυε την κακοδαιμονία και τις παθογένειες της χώρας με τον σημαδιακό τίτλο : Τι πρέπει να γίνει. Το κείμενο είχε γραφεί από τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου και επιδόθηκε από το Δ.Σ. της πολιτικής αυτής εταιρείας στον συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά, αρχηγό του Στρατιωτικού Συνδέσμου στο γνωστό κίνημα του 1909 στο Γουδί. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από την εισαγωγή του 16σέλιδου ιστορικού αυτού κειμένου «…Δια να επιφέρη λοιπόν το επαναστατικόν κίνημα την ποθουμένην ριζικωτέραν μεταβολήν και δια να λάβη λαϊκώτερον χαρακτήρα, πρέπει να γενικευθεί και να κτυπήσει τας βαθυτέρας αιτίας της σημερινής κακοδαιμονίας. Είναι δε αύται κατά την αντίληψίν μας:

Α΄/ Ανειλικρίνεια των πολιτικών ανδρών, συνασπισθέντων όχι εις κόμματα ιδεών και γενικωτέρων συμφερόντων, αλλ’ εις ολιγαρχικάς ομάδας, αίτινες επιδιώκουν προσωπικά συμφέροντα και στηρίζουν την επιρροήν των εις αφθόνους κυβερνητικάς παροχάς και εις οργάνωσιν πολιτικών πρακτόρων (κομματαρχών), πιεζόντων τον λαόν και εκμυζώντων το κράτος και τους δήμους.

Β΄/ Έλλειψις επαρκούς πολιτικής μορφώσεως του λαού ουδενός ποτε μεριμνήσαντος να του δώση δια της διδασκαλίας και του παραδείγματος την πρέπουσαν πολιτικήν ανατροφήν, προς τούτοις δε οικονομική ανεπάρκεια του εργαζομένου λαού, διευκολύνουσα την πολιτικήν εξάρτησιν αυτού από την κυβερνώσα τάξιν…»

Στο παραπάνω υπόμνημα προτείνονται ειδικότερα 12 νομοθετικά μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, το 8ο των οποίων προνοεί «περί περιορισμού των ωρών της εργασίας γενικώς μεν εις 10 ώρας καθ’ εκάστην, περιλαμβανομένου του χρόνου της εν τω μεταξύ διακοπής της εργασίας, δια δε τας γυναίκας εις 9 ώρας καθ’ εκάστην περιλαμβανομένης διακοπής 1 και 1/2 ώρας κατά την μεσημβρίαν, και διακοπής της εργασίας κατά την εποχήν του τοκετού επί 8 εβδομάδας, και δια τα παιδία ηλικίας 14 -18 ετών εις 8 ώρας περιλαμβανομένης της κατά την μεσημβρίαν διακοπής. Τέλος περί απαγορεύσεως της εργασίας εις παιδία κάτω των 14 ετών, περί καθιερώσεως της κυριακής αργίας, περί αναγκαστικής ασφαλείας των εργατών, θεσπιζομένης αμέσως της ασφαλείας κατά τυχαίων ατυχημάτων εις τα εργοστάσια, η οποία ασφάλεια δεν είναι δυνατόν να προσκόψη εις εμπόδιον τι, άτε βαρύνουσα αποκλειστικώς τους εργοδότας. Η εργατική αύτη νομοθεσία είναι απαραίτητος δια ν’ απαλλάξη τους εργάτας από υπερβολικήν και ανθυγιεινήν εκμετάλλευσιν και να καταστήση τον βίον αυτών κάπως ανθρώπινον…»

Σε αγόρευσή του στις 19 Δεκεμβρίου 1911 στο Κοινοβούλιο (Β΄Αναθεωρητική) τονίζει: «Δεν θα ομιλήσω επί της ουσίας, διότι αρκετά ωρίμασεν η ιδέα ότι αι κοινωνίαι, αι οποίαι πιέζουσι τας γυναίκας και τα ανήλικα δι’ επαχθούς εργασίας, ομοιάζουσι με τους βαρβάρους, οίτινες αποκόπτουσι τα δένδρα, ίνα κόψωσι τους καρπούς…»

ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ

Οι απόψεις του Παπαναστασίου για την υποχρεωτικότητα του πολιτικού γάμου και την προαιρετικότητα του θρησκευτικού είναι αναλυτικές, επιστημονικά και πολιτικά τεκμηριωμένες. Η ολοκληρωμένη παράθεσή τους θα υπερέβαινε το αντικείμενο και το εύρος του παρόντος σημειώματος. Κλείνοντας λοιπόν, περιοριζόμαστε μόνο στα παρακάτω επιγραμματικά από όσα ο Α.Π. έχει υποστηρίξει, ως απλό υπαινιγμό μας για το τόσο σοβαρό και πολυσυζητημένο μέχρι τις μέρες μας θέμα:

«…αλλά της θρησκείας αποτελούσης ζήτημα συνειδήσεως , υποχρεωτικοί δια τους πολίτας πρέπει ναι είναι μόνον οι όροι του πολιτικού γάμου…» (7/3/1934 – «Νέος Κόσμος»(έρευνα)

«….Κατά την αντίληψίν μου, το υποχρεωτικόν του θρησκευτικού γάμου ημπορεί να έχει δικαιολογίαν μόνον εις θεοκρατικόν κράτος ….Ο γάμος είναι μία σχέσις εντελώς ιδιωτική, έν συνάλλαγμα, όπως λέγομεν, το οποίον δημιουργεί σπουδαιοτάτας νομικάς σχέσεις και υποχρεώσεις …Το να υποβάλωμεν την τέλεσιν του γάμου εις διατάξεις ανταποκρινομένας εις τας αντιλήψεις ωρισμένων θρησκειών νομίζω ότι αποτελεί ανακολουθίαν ενός πολιτικού κράτους , θίγουσαν την ελευθερίαν του ατόμου…» (29/12/1930 – Πρακτικά συζητήσεων Αναθεωρητικής Επιτροπείας επί του Διαγράμματος Αστικού Κώδικος)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου