Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Η δολοφονία του Νικηφόρου Μανδηλαρά από τη χούντα

(Foto o Νικηφόρος Μανδηλαράς με τον Μανόλη Γλέζο)
Τέτοιες μέρες 23 του Μάη 1967, πριν μισό σχεδόν αιώνα, έπεφτε θύμα άγριας δολοφονίας από το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967, ο διαπρεπής νομικός και αγωνιστής της δημοκρατίας, Νικηφόρος Μανδηλαράς.
Ένα έγκλημα από τα πολλά της δικτατορίας, που η χούντα των συνταγματαρχών είχε επιχειρήσει να το «κουκουλώσει», αποδίδοντάς το σε πνιγμό!
του Σπύρου Κουζινόπουλου

Ο Νικηφόρος Μανδηλαράς, σπουδαίος δικηγόρος της εποχής, υπήρξε από τους πρωταγωνιστές στην περίφημη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ ως συνήγορος του Ανδρέα Παπανδρέου και των δημοκρατικών αξιωματικών που κατηγορήθηκαν για την υπόθεση εκείνη.
Κάποια στιγμή στην πολύκροτη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ, έξαλλος ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, απευθυνόμενος στον Νικηφόρο Μανδηλαρά, τον απείλησε:

«Εσύ, κάποτε θα πληρώσεις»! Φαίνεται ότι κράτησε την υπόσχεσή του.

Μετά την επιβολή της δικτατορίας, ο Μανδηλαράς σχεδίασε την δραπέτευσή του στο εξωτερικό. Έτσι οργάνωσε τη διαφυγή του στην Κύπρο, προκειμένου από εκεί να προωθηθεί σε κάποια από τις Ευρωπαϊκές χώρες όπου είχαν αρχίσει να δραστηριοποιούνται οι αντιστασιακές οργανώσεις.
Ήρθε λοιπόν σε συμφωνία με τον Πέτρο Πόταγα, πλοίαρχο του μικρού φορτηγού « ΡΊΤΑ V» και επιβιβάστηκε στο πλοίο από το λιμάνι του Πειραιά στις 17 Μαΐου 1967 με προορισμό την Κύπρο.
Σύμφωνα με το σενάριο που κατασκεύασε το δικτατορικό καθεστώς, όταν το πλοίο έπλεε κοντά στο Γεννάδι της Ρόδου, ο Μανδηλαράς έπεσε στη θάλασσα για να βγει στη στεριά, όπως ισχυρίστηκε ο πλοίαρχος του.

Πάντα κατά την ίδια εκδοχή, πέφτοντας στο νερό τραυματίστηκε στο κεφάλι και στη συνέχεια πνίγηκε και το πτώμα του ξεβράστηκε στην ακτή. Ο ισχυρισμός αυτός ήταν μάλλον κωμικός δεδομένου ότι ο διαπρεπής δικηγόρος ήταν πρώην καταδρομέας και δεινός κολυμβητής και αποκλείεται να πνίγηκε.
Το πιθανότερο είναι και προκύπτει βάσει στοιχείων, ότι ο Μανδηλαράς βγήκε στην ακτή, όπου και δολοφονήθηκε από όργανα του καθεστώτος της χούντας


Προσπάθεια να συσκοτισθεί η υπόθεση
Από κει και πέρα, αρχίζει μία συστηματική προσπάθεια των πραξικοπηματιών να συσκοτίσουν την υπόθεση για να σταματήσει και ο διεθνής αντίκτυπος από την είδηση δολοφονίας του αγωνιστή της δημοκρατίας.
Όταν στις 22 Μαΐου του 1967, ψαράδες βρίσκουν το πτώμα του Μανδηλαρά στη θέση Άγιος Γεώργιος του Γενναδιού της Ρόδου και σε αρκετή απόσταση από το κύμα, οι χουντικοί που το παραλαμβάνουν και προσπαθούν να κρύψουν την ταυτότητα του. Δυστυχώς, όμως, γιαυτούς κάποιοι ντόπιοι αναγνωρίζουν ότι το πτώμα ανήκει στον γνωστό δικηγόρο, δεδομένου ότι ο Νικηφόρος ήταν τακτικός επισκέπτης της Ρόδου λόγω του επαγγέλματος του και των δικαστικών υποθέσεων που ανελάμβανε.
Δυστυχώς η ελληνική Δικαιοσύνη δεν μπόρεσε να καταλήξει σ’ ένα οριστικό συμπέρασμα σχετικά με τις συνθήκες θανάτου του Μανδηλαρά,παρά το γεγονός ότι καταβλήθηκαν κατά καιρούς πολλές προσπάθειες. Και όπως έλεγε ο άλλοτε υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και Δικαιοσύνης, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, «ενώ οι έρευνες προχωρούσαν κανονικά σε κάποιο σημείο χάνονται κρίσιμα στοιχεία από τον φάκελο, με αποτέλεσμα να μην βγαίνει το σωστό αποτέλεσμα.»

Ο Ροδίτης δημοσιογράφος Γιώργος Ζαχαριάδης, δημοσίευσε πριν μερικά χρόνια στην εφημερίδα «Ροδιακή» ορισμένα σημαντικά στοιχεία για την πολύκροτη αυτή υπόθεση, αλλά και το πώς χάλασαν τα σχέδια της χούντας να συσκοτίσει το θέμα.


Όπως περιέγραψε ο Ζαχαριάδης, που τότε εργαζόταν ως ανταποκριτής της εφημερίδας «Τα Νέα», το απόγευμα της 22 Μαίου 1967 του τηλεφώνησε ο γνωστός παλιός ποδοσφαιριστής, Ανδρέας Παπαδόπουλος, ο οποίος εργαζόταν τότε ως λογιστής στο εργοστάσιο κεραμικής στο Γεννάδι ,που διηύθυνε ο Γιάννης Αλεξιάδης.


Δημοσίευμα της εποχής


«Ξέρεις, μου λέει, στην παραλία του Γενναδιού βρέθηκε ένα πτώμα που ανήκει στον δικηγόρο Νικηφόρο Μανδηλαρά.» .

Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος είναι ένας σοβαρός άνθρωπος και δεν χωρούσε καμιά αμφιβολία ότι αυτά που μου έλεγε ήταν αληθινά. Προσπάθησα να το επιβεβαιώσω. Αντιμετώπισα παντού ένα πέπλο μυστηρίου και πόρτες κλειστές.
Μπόρεσα μόνο να μάθω ότι ένα πλοίο που φύλαγαν με όπλα λιμενικοί στο εμπορικό είχε σχέση με την ανεύρεση του πτώματος στο Γεννάδι. Ακόμη και ο τότε λιμενάρχης Κηρύκος αρνήθηκε να μου δώσει οποιαδήποτε πληροφορία, αν και υποψιαζόμουνα ότι δεν ήταν φιλικός προς το στρατιωτικό καθεστώς.

Επικοινώνησα τότε τηλεφωνικά με την εφημερίδα «Τα Νέα» που εργαζόμουν ως ανταποκριτής και ζήτησα να μιλήσω με τον αείμνηστο φίλο μου αστυνομικό συντάκτη Δημήτρη Μαθιόπουλο, που γνώριζα και για τις σχέσεις που είχε με δημοκρατικούς δικηγόρους.
Με επιφυλακτικό τρόπο-και αφού αρχικά μιλήσαμε για διάφορα άσχετα θέματα- του είπα στη συνέχεια ότι «έμαθα πως σε μια παραλία της Ρόδου βρέθηκε ένα πτώμα που λένε πώς ανήκει στον δικηγόρο Νικηφόρο Μανδηλαρά.»
Ο Μαθιόπουλος, όπως έμαθα αργότερα, ενημέρωσε τους συναδέλφους του που ήταν στο ίδιο γραφείο Νίκο Μαράκη, Μανώλη Μαθιουδάκη και Δημήτρη Σαπρανίδη και αποφασίστηκε να δράσουν αμέσως. Ο αξέχαστος Μαθιόπουλος (που μετά την μεταπολίτευση εξελέγη πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, όπως και ο Μανώλης Μαθιουδάκης) έσπευσε να ειδοποιήσει τον δικηγόρο Βαγγέλη Γιαννόπουλο και τον επίσης δικηγόρο Γρηγόρη Κασιμάτη.
Οι δύο τελευταίοι πήγαν στο σπίτι της Ασπας Μανδηλαρά και την ενημέρωσαν για τα όσα είχα μεταφέρει στον δημοσιογράφο Μαθιόπουλο από τη Ρόδο.

Ταυτόχρονα ο Μαθιόπουλος πήγε στα γραφεία του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων στην Αθήνα και έδωσε ένα πλήρες ρεπορτάζ στην τότε διευθύντρια του Σούζυ Λαπάζ.
Το ίδιο βράδυ οι ξένοι ραδιοσταθμοί μετέδιδαν την είδηση για τον Μανδηλαρά και αυτό χάλασε όλα τα σχέδια της χούντας. Γιατί η χούντα στην πρώτη ανακοίνωση της ανέφερε για «πτώμα αγνώστου ανδρός που εξεβράσθη εις την παραλίαν Άγιος Γεώργιος του Γενναδίου», ενώ αργότερα αναγκάστηκε να εκδώσει δεύτερη ανακοίνωση που αναφέρει ότι «εικάζεται ότι πρόκειται περί του δικηγόρου Αθηνών Νικηφόρου Μανδηλαρά».


Μαρτυρίες ότι επρόκειτο για δολοφονία
Μία σημαντική μαρτυρία για την υπόθεση αυτή, που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Μανδηλαράς βγήκε ζωντανός στη στεριά και εκεί δολοφονήθηκε, ήταν του δικηγόρου, δημάρχου Ρόδου και πρώην βουλευτή της Ένωσης Κέντρου, Γιώργου Χιωτάκη. Όπως ανέφερε, εκείνες τις ημέρες και συγκεκριμένα στις 18 Μαίου 1967, τον επισκέφτηκαν δύο άγνωστα του άτομα από χωριό της Ρόδου και του είπαν ότι τον αναζητεί ο Μανδηλαράς, ο οποίοε κρύβεται στην παραλία της Λάρδου. Αλλά όταν ξεκίνησε μαζί με τη σύζυγο του, κατευθυνόμενος με το αυτοκίνητο στη νότια Ρόδο, στο δρόμο τον σταμάτησαν οι αστυνομικοί της Ασφάλειας και δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει, λέγοντάς του ότι αναζητούν κάποιον δραπέτη.
Όλα στη συνέχεια έγιναν με απίστευτη ταχύτητα, ώστε κανένας να μη μάθει τι ακριβώς συνέβη.

Κάποιες μαρτυρίες ανθρώπων που είδαν το πτώμα στην παραλία του Γενναδίου είπαν ότι έφερε τραύματα από σφαίρες πάνω από τον αριστερό μαστό.
Οι δικηγόροι Γρηγόρης Κασιμάτης και Αχιλλέας Αποστόλου που κατέφθασαν στο νησί, μόλις έγινε γνωστή η είδηση για το θάνατο του Μανδηλαρά, κατάφεραν μαζί με τον Χιωτάκη να μπουν στο νεκροτομείο και να αντικρίσουν το πτώμα σε άθλια κατάσταση, ενώ μια τρύπα υπήρχε στο αριστερό του στήθος. Ενώ οι φωτογραφίες του νεκρού που τράβηξε η Σήμανση, έδειχναν να τρέχει αίμα από το αριστερό του αυτί, γεγονός που αποκλείει τον πνιγμό.
Επιπροσθέτως, η ιατροδικαστική έκθεση δεν γνωστοποιήθηκε αμέσως, παρά μόνο μετά από μέρες, αφού κατέφθασε ο ιατροδικαστής Καψάσκης από το εξωτερικό επί τούτου.

Εν κρυπτώ η κηδεία..
Για να εξαφανίσει κάθε στοιχείο σχετικά με την υπόθεση της δολοφονίας του Νικηφόρου Μανδηλαρά, η χούντα φρόντισε να γίνει άρον-άρον η ταφή του, χωρίς την παρουσία των συγγενών του, όπως ακριβώς έγινε ένα ακριβώς χρόνο αργότερα και με τα δολοφονία του βουλευτή της Αριστεράς, Γιώργη Τσαρουχά.
Η οικογένεια Μανδηλαρά με τα χίλια ζόρια και αφού υπήρξαν πολλές παρεμβάσεις, κατόρθωσε να ενημερωθεί από το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας για τον Νικηφόρο. Και όταν την επομένη ημέρα η Άσπα μετέβη στη Ρόδο μαζί με τον αδελφό της δικηγόρο Γ. Καλοδίκη, ήταν πλέον πολύ αργά. Η χούντα είχε φροντίσει να γίνει η ταφή του Μανδηλαρά χωρίς οι δικοί της να προλάβουν να ορίσουν ιατροδικαστή. Παρόντες στην κηδεία ήταν ο δικηγόρος Γιώργος Χιωτάκης και ο Μάριος Βιντζιλαίος, εξάδελφος του Νικηφόρου.



Η δίκη
Πέντε μήνες αργότερα, στις 4 Οκτωβρίου 1967 έγινε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Ρόδου η δίκη του πλοίαρχου του φορτηγού πλοίου « Ρίτα V», Πέτρου Πόταγα, ο οποίος παραπέμφθηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια και καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών και τριών μηνών, όπως επίσης και σε χρηματικό πρόστιμο 3.000 μεταλλικών δραχμών.
Επρόκειτο για μια στημένη δίκη, στην οποία φορτώθηκαν όλα στον Πόταγα, που καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Κατά μία περίεργη σύμπτωση(;) όμως, όταν αργότερα ο καπετάνιος έφυγε και πήγε με την οικογένειά του στη Νότια Αφρική, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.


Ποιος ήταν
Ο Νικηφόρος Μανδηλαράς γεννήθηκε στη Νάξο το 1928 και σπούδασε Νομικά στην Αθήνα. Ασχολήθηκε συστηματικά με την υπεράσπιση πολιτών που διώκονταν κυρίως για την πολιτική τους δράση, ενώ ήταν συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ. Υπήρξε στέλεχος της Ένωσης Κέντρου και φίλος και συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου. Μαζί με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο και τον Σταύρο Κανελλόπουλο αλλά και άλλους δικηγόρους, ίδρυσε την Ένωση Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας.

Κυρίως για το ρόλο του στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, έγινε αμέσως στόχος της χούντας και συνειδητοποίησε ότι η ζωή του βρισκόταν σε άμεσο κίνδυνο.

Έτσι, λίγες μόλις μέρες μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας , στις 21 Απριλίου 1967, προσπαθεί να διαφύγει στο εξωτερικό. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, το παρακράτος του νέου καθεστώτος καλείται να επιδείξει όλες τις ικανότητές του. Αν ο δικηγόρος κατέφευγε στο εξωτερικό, ήταν ολοφάνερο ότι θα ανέπτυσσε αντιδικτατορική δράση, οργανώνοντας αγωνιστικούς πυρήνες και ξεσηκώνοντας τη διεθνή κοινή γνώμη.

Όπως έγραψε ο Νικηφόρος Μανδηλαράς σε ένα άρθρο του στα «Ναξιακά Χρονικά»:
«…Ο άνθρωπος που θα αποφασίσει να αναμειχθεί στα κοινά, στην «πολιτική» με την καθιερωμένη ορολογία, έχει μπροστά του να διαλέξει δυο δρόμους: θα υπηρετήσει τα συμφέροντα ή των λίγων ή των ευρύτερων λαϊκών μαζών. Τα συμφέροντα αυτά είναι καθορισμένα και ενιαία, αφού η κοινωνία είναι ταξικά διαρθρωμένη. Οι πολιτικές του πράξεις είναι εκείνες που τον τοποθετούν στη μια ή την άλλη κατηγορία. Απλώς είμαι ένας δημοκράτης που ποθώ ειλικρινά αυτό που λέγεται Πολιτική και Κοινωνική Δημοκρατία. Πάνω από όλα είμαι ανεξάρτητος άνθρωπος, που θέλω το στόμα μου να’ ναι ελεύθερο να μιλά και το χέρι μου αδέσμευτο να γράφει. Ουδέποτε επηρεάστηκα από την οποιαδήποτε αγελαία πολιτική νοοτροπία. Δεν συμβιβάζεται με την ιδιοσυγκρασία μου και την όποια επιστημονική συγκρότηση διαθέτω, να έχω κανενός είδους αφεντικά…».

farosthermaikou

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου