Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Viva Βέρντι

Γύρω στα 1842 στους δρόμους της υπό αυστριακής κατοχής βόρειας Ιταλίας έβλεπε κανείς συνεχώς ένα όνομα: ΒΕΡΝΤΙ. Ήταν γραμμένο στους τοίχους των σπιτιών, συχνά με ένα «viva» (ζήτω) μπροστά, αλλά οι Αυστριακοί αδιαφορούσαν. Θεωρούσαν ότι οι δράστες ήταν θαυμαστέςτου συνθέτη. Στην πραγματικότητα, όσοι έγραφαν «ΒΕΡΝΤΙ» ήταν οπαδοί του Ριζορτζιμέντο, του κινήματος που είχε στόχο τη δημιουργία εθνικής συνείδησης στους Ιταλούς και την απελευθέρωση των περιοχών που βρί­σκονταν υπό ξένη επικυριαρχία. Το όνομα του Βέρντι το χρησιμοποιούσαν ως αρκτικόλεξο: Βιτόριο Εμανουέλε Ρέι Ντι Ιτάλια (Βίκτωρ Εμμανουήλ ΒασιλιάςΤης Ιταλίας). Έτσι δήλωναν την υποστήριξή τους στον πρώτο Ιταλό που θα βα­σίλευε σε μια χώρα ενωμένη και απαλλαγμένη από τους κατακτητές.

Δεν είχαν επιλέξει όμως τον συγκεκριμένο συνθέτη μόνο επειδή τα γράμματα του ονόματόςτου εξυπηρετούσαν τον σκοπό τους. Στους ίδιους ιταλικούς δρόμους πολλές φορές απλοί άνθρωποι είχαν τραγουδήσει με ενθουσιασμό στί­χους από τον «Ναμπούκο», συγκεκρι­μένα το «Va Pensi ero» (Πέτα σκέψη). Στην πρεμιέρα της όπερας, μάλιστα, λεγόταν πως το κοινό, όρθιο, ζήτησε να επαναληφθεί πολλές φορές το κομμάτι αυτό, τρα­γουδώντας με πάθος μαζί με τους καλλιτέχνες το «ας ηχήσει ο θρήνος σου μακριά για ένα έθνος που ζει στη σκλαβιά». Πολλά χρόνια αργότερα ανακαλύφθηκε πως οι περιγρα­φές αυτές της πρεμιέρας δεν ήταν παρά μύθος, ο Βέρντι και οι όπερές του, όμως, είχαν ήδη γίνει σύμβολα αγώνων για την ελευθερία και έτσι ο μύθος αυτός εξακολουθεί να διατηρείται ολοζώντανος μέχρι σήμερα. Απόδειξη πως όταν, πριν από περίπου δύο χρόνια, ξαναπαρουσιάστηκε η όπερα στην Ιταλία, παρουσία του τότε πρωθυπουργού Μπερλουσκόνι, το κοινό σηκώθηκε όρθιο και άρχισε να τραγουδά τους ίδιους στίχους, ενώ ο μαέστρος διέκοψε την παράσταση για να μιλήσει για τα προβλήματα της χώρας του με δάκρυα στα μάτια.

Ο Βέρντι δεν είναι μόνο το σύμβολο μιας επανάστασης. Επηρέασε όσο ελάχιστοι την ιστορία της μουσικής. Γεννήθηκε την ίδια χρονιά, ακριβώς 200 χρόνια πριν το 1813, με τον Βάγκνερ, αλλά οι δυο τους ήταν εντελώς διαφορετικοί. Ο Βέρντι δεν συμμεριζόταν την έλξη του Γερμανού συναδέλφου του για τον μυστικισμό, τη μυθολογία, τη μαγεία, το υπερφυσικό. Προ­τιμούσε το «φυσικό», το «γήινο», διάλεγε πολύ «ανθρώπινα» θέματα, αγάπη, πάθος ζήλια, φιλοδοξίες, όνειρα, ηρωισμούς. Άλλωστε και ο ίδιος δεν ήταν θεωρητικός και περίπλοκος. Είχε ζήσει πολύ φτωχά παιδικά χρόνια, είχε μορφωθεί από τον παπά της ενορίας και στη ζωή του βίωσε πολλά δράματα. Ένα από αυτά, παραλίγο να τον απομακρύνει από τα θέατρα. Μέσα σε δύο χρόνια πέθαναν και η γυναίκα του και τα παιδιά του και έπεσε σε τέτοια κατάθλιψη, που αν δεν είχε επιμείνει πολύ να του αναθέσει ένα έργο ο τότε διευθυντής της Σκάλας του Μιλάνο, δεν θα υπήρχε ούτε η «Αΐντα», ούτε ο «Μάκβεθ», ούτε ο «Τροβατόρε», ούτε ο «Ριγκολέτο», ούτε ο «Οθέλλος», ούτε «Η δύναμη του πε­πρωμένου». «Αυτό που θέλω να βρω στη μουσική είναι μόνο η χαρά», είχε πει. Αυτή τη χαρά τη μοιράστηκε, μέσω της μουσικής του, με πολλούς άλλους. Χιλι­άδες άνθρωποι ακολούθησαν την κηδεία του (που έγινε σε έναν οίκο ευγηρίας, τον οποίο είχε ιδρύσει ο ίδιος για φτωχούς μουσικούς) τραγου­δώντας αποσπάσματα από όπερές του. «Πή ρε μαζί του τεράστιες ποσότη­τες από ζωτική θέρμη. Είχαμε όλοι λιαστεί στο δυνατό φωςτου», έγραψε ο λιμπρετίστας του Μπόιτο.

topontiki.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου