Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

«ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ» Ή «ΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΙΣΧΥΟΣ»;

Του ΠΕΤΡΟΥ Ι. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗ*

Το πρόσφατο Ιουλιανό «πραξικόπημα» ή άλλως «στάση περιορισμένης ισχύος» στην Τουρκία ήρθε να προστεθεί σε μια σειρά σχετικών «παραδόσεων» όπου οι «εσωτερικές διαφορές» (ποικίλου είναι αλήθεια πολιτικού-κοινωνικοικονομικού και θρησκευτικού περιεχομένου), βυθίζουν συνήθως σε κρίση το εκάστοτε πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Η υπό «κρίση» κίνηση της 15ης Ιουλίου μέρους των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, είναι σαφές ότι επιχείρησε την πτώση του υπάρχοντος συστήματος (βλ. βομβαρδισμό Κοινοβουλίου) και των κύριων εκπροσώπων του, με πρώτο στην ιεραρχία τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.


ΠΩΣ ΔΙΟΙΚΕΙΤΑΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Το εγχείρημα-πρότυπο διακυβέρνησης που λαμβάνει χώρα στην Τουρκία από την εποχή του Ερντογάν, μπορεί να συνοψισθεί στα εξής: «συνύπαρξη του Ισλάμ και της Δημοκρατίας ως λαϊκού κράτους». Τούτο όμως σημαίνει την τέλεια αντίφαση! Αυτή η αντίφαση στην εξέλιξή της δεν μπορεί παρά να αφορά τελική προσχώρηση σε ένα από τους δύο αντιτιθέμενους πόλους. Και όπως αποδείχθηκε με το πρόσφατο «πραξικόπημα» ο εξεγερθείς Λαός κινήθηκε κυρίως στο όνομα του Αλλάχ και όχι της Δημοκρατίας. Και τούτο γιατί τόσο οι πολιτικοί ηγέτες του συστήματος όσο και οι θρησκευτικοί ηγέτες υπερασπιστές του συστήματος, προέβησαν σε εκκλήσεις (συντομεύοντας μάλιστα την ώρα της προσευχής), ώστε «οι πιστοί μουσουλμάνοι όχι μόνο να μεταβούν στα τζαμιά, αλλά να καταλάβουν και τους δρόμους». Η επίκληση δηλαδή είχε κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα. Από την άλλη, οι πρωτεργάτες του κινήματος αυτού δεν είχαν ξεκάθαρες θέσεις. Μάλλον όμως δεν αφέθηκε χρόνος διευκρίνησης των προθέσεων τους. Επίσης, λόγω της σύγχυσης, δεν κατέστη δυνατόν να διευκρινιστεί και το ιδεολογικοπολιτικό τους στίγμα καθώς και η θρησκευτική πεποίθηση ή ομολογία τους. Και τούτο γιατί, η μεν πλευρά Ερντογάν απέδιδε την κίνηση στον άλλοτε Ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν και ήδη πρόσφυγα στις ΗΠΑ, η δε πλευρά των πραξικοπηματιών άφηνε εκδοχή ερμηνείας ότι μάλλον βρίσκεται προς το μέρος του κοσμικού κράτους, χωρίς και αυτό να διευκρινίζεται απολύτως. Η ανακοίνωσή δε των στασιαστών χαρακτηρίζεται ως κείμενο περισσότερο νομικού ύφους, παρά στρατιωτικού ανακοινωθέντος. Διακήρυξε δε εν συντομία ότι: «Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, με σκοπό την αποκατάσταση και πάλι της συνταγματικής τάξης, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, την αποκατάσταση εκ νέου του δικαίου στη χώρα και την εξασφάλιση και πάλι της δημόσιας τάξης που έχει επιδεινωθεί, ανέλαβαν τη διοίκηση της χώρας στο σύνολό της». Άξιο όμως επισημείωσης είναι ότι στην ανακοίνωση αυτή υπήρχε αναφορά της συνέχειας του κράτους (πράγμα που συναρτάται με δήλωση του Αμερικανού ΥΠΕΞ Τζον Κέρι), καθώς και δήλωση προσήλωσης στις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας. Η ανακοίνωση ήταν σαφής ότι: «τηρείται η ισχύς όλων των διεθνών συμφωνιών μας και των δεσμεύσεών μας. Ελπίζουμε να συνεχιστούν οι καλές σχέσεις μας με όλον τον κόσμο». Με τη δήλωση δε αυτή η συγκεκριμένη κίνηση δεν εμφανίζεται να είναι «αναθεωρητική» της συνήθους προσφάτου πολιτικής της Τουρκίας. Λόγω του περιεχομένου της δε, η όλη δήλωση αποδίδεται στο Μουχαρέμ Κοσέ, πρώην νομικό σύμβουλο του Γενικού Επιτελείου Στρατού που εφέρετο και ως ο επικεφαλής του όλου εγχειρήματος.


Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ''ΚΙΝΗΣΗ''- ΚΑΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΩΣ Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΩΝ

Από τα γεγονότα προκύπτει ότι καταλύτης της όλης εξέλιξης ήταν η εξέγερση του Λαού. Ωστόσο όμως η εξέγερση αυτή αποδίδεται στην παρέμβαση του Θείου κατά το Ισλάμ: «Είναι ευλογία του Αλλάχ αυτό που έγινε» δήλωσε ο ίδιος ο Ερντογάν. Συνεπώς, αυταπόδεικτο είναι με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας για τα λαμβάνοντα χώρα στην Τουρκία, ότι όσοι «εξεγέρθησαν» προς υποστήριξη του Ερντογάν δεν ήταν Αλεβίτες, ούτε ασφαλώς …Κούρδοι(!) ούτε άλλης κοινωνικής και ιδεολογικής απόχρωσης πολίτες, αλλά προφανώς οι προσκείμενοι στο Σουνητικό Ισλάμ φανατικοί οπαδοί του «συστήματος Ερντογάν».

Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Τουρκία από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (στον οποίο δεν έλαβε καν μέρος), και μετά, είναι η χώρα των πραξικοπημάτων με κυρίαρχο εκείνο του Φεβρουαρίου 1960 που έστειλε στην αγχόνη του Αντνάν Μεντερές. Στη συνέχεια έλαβε χώρα η κίνηση του Μαρτίου 1971 που αφορούσε μια ήπια, αλλά ανατρεπτική για τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ κατάσταση, ενώ το Σεπτέμβριο του 1980 που ανετράπη και πάλι ο Ντεμιρέλ επιβλήθηκε η δικτατορία «σκληρού τύπου» υπό τον στρατηγό Κενάν Εβρέν. Επίσης η κίνηση του Φεβρουαρίου 1997 αφορούσε παρέμβαση κεμαλιστών, περιορισμένης όμως κλίμακας. Έτσι, από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά η Τουρκία συνεχίζοντας την ιδιότυπη πολιτική της, μπορεί να πολιτεύεται ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή στις διεθνείς της σχέσεις, με επικράτηση όμως του μοντέλου να θέλει πέραν της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και συμμετοχή στο ευρωπαϊκό εγχείρημα υπό προϋποθέσεις, χωρίς αυτή η πολιτική τελικώς να καθιστά την Τουρκία αναπόσπαστο μέλος της οικογένειας του ευρωπαϊκού νομικού και πολιτικού πολιτισμού. Και τούτο παρά τη συμμετοχή της Τουρκίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

Τούτων δοθέντων δεν μπορεί να συνεχίζεται η ιδιομορφία της τουρκικής πολιτικής: να επιδιώκει δηλαδή να οικοδομεί πρότυπο Δημοκρατίας δυτικού τύπου με στοιχεία όμως ισλαμικού κράτους, έστω και «ήπιου χαρακτήρα». Αυτό το «πείραμα» είναι αδιέξοδο και υπό προϋποθέσεις, ακόμη και πρόσκαιρης αστάθειας, εγκυμονεί κινδύνους εσωτερικού διχασμού και ευρύτερης αποσταθεροποίησης.


ΤΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

«Πάγιο» επιχείρημα είναι η αυξημένης σημασίας γεωπολιτική θέση της Τουρκίας. Το επιχείρημα όμως αυτό απέκτησε ιδιαίτερη αναφορά την περίοδο του 1979 που αφορούσε στην ανατροπή του Σάχη της Περσίας μέσω θρησκευτικού φονταμενταλισμού και στην εισβολή της τέως ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, που προκάλεσε αναταράξεις στον Ασιατικό χώρο. Ωστόσο, στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι, προκειμένου να εκτιμηθεί ορθώς ο «στρατηγικός ρόλος» της μικτής αυτής Ευρωπαϊκής και Ασιατικής χώρας δεν πρέπει να παραλείπονται και τα εξής:

Η προοπτική ίδρυσης Κουρδικού κράτους είναι ενεστώσα όσο ποτέ άλλοτε, ενώ ακόμη και η επέκταση του Αρμενικού κράτους δεν παραβλέπεται. Και τούτο γιατί έχουν παραχωρηθεί «προσκαίρως» εδάφη στην Τουρκία από την τέως ΕΣΣΔ. Υπ’ όψιν ότι το Μάρτιο του 1921 υπογράφηκε στη Μόσχα το «σοβιετοτουρκικό σύμφωνο φιλίας» (1) δυνάμει του οποίου παραχωρήθηκαν (προσκαίρως) τα εδάφη του Καρς και του Αρνταχάν που είχαν κατακτηθεί ήδη από το 1878 από την (τότε) Ρωσία. Δεν παραχωρήθηκαν όμως και τα εδάφη του Βατούμ -και αυτό λόγω των πετρελαίων. Παραλλήλως υφίστανται και δύο άλλα ζητήματα: Το ζήτημα της Ρωμιοσύνης του Πόντου και το καυτό ζήτημα των Αλεβιτών που διαιρεί κυρίως πολιτισμικά τη γείτονα. Έτσι τα 18 εκατομμύρια των Κούρδων που διαβιούν εντός της τουρκικής επικράτειας, και τα 20 εκατομμύρια των Αλεβιτών, που επίσης αποτελούν «σώμα» της κοινωνίας της γείτονος, αφορούν ζητήματα υπαρκτά εθνικά και θρησκευτικά.

Αυτή η Τουρκία ως έχουσα ενδεικτικώς τα προαναφερόμενα μείζονα εσωτερικά ζητήματα, με κρίσιμες επιλογές εξωτερικών προσδιορισμών επιβάλλεται αφενός να μην προβαίνει σε «εξαγωγή» των προβλημάτων της όποτε αυτά οξύνονται και μάλιστα προβάλλοντάς τα στην Ελλάδα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, και αφετέρου υποχρεούται να υπερασπίζεται το δημόσιο διεθνές δίκαιο και τις υφιστάμενες Συνθήκες –ήτοι το υπάρχον status. Άλλως η Τουρκία καθίσταται εξόχως επικίνδυνος αποσταθεροποιητικός παράγοντας για την ευρύτερη περιοχή. Τέλος, άξια προβληματισμού είναι και τα εξής:

Όποιος πίστευε ότι ο Ερντογάν ήταν ο κύριος της όλης κατάστασης στην Τουρκία μέχρι την Παρασκευή 15 Ιουλίου, θα επλανάτο περί τα πράγματα!.. Συνεπώς, λόγω και των εκκαθαρίσεων που λαμβάνουν χώρα, τίθεται ζήτημα κοινωνικής συνοχής στη γείτονα χώρα και σε κάθε περίπτωση ζήτημα περαιτέρω αυστηροποίησης του ήδη υπάρχοντος αυταρχικού μοντέλου διακυβέρνησης υπό τον Ερντογάν. Αντικειμενική εκτίμηση όμως είναι ότι ο Ερντογάν θα στηριχθεί από τον πολιτισμένο δυτικό κόσμο, μόνο εάν σεβασθεί τις Αρχές και Αξίες των προνοιών του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ελευθεριών (2). Σε κάθε περίπτωση όμως η Τουρκία εισέρχεται σε φάση εσωστρέφειας και εσωτερικής περιδίνησης. Εκ του λόγου, συνεπώς αυτού, εξ αντικειμένου αναβαθμίζεται ο ρόλος της Ελλάδας ως εγγυήτριας δύναμης σταθερότητας, ασφάλειας και ειρήνης στην περιοχή. Προς την κατεύθυνση δε αυτή, οφείλει να πολιτεύεται η Αθήνα.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ


Βλ. Εμμ. Ρούκουνας, Εξωτερική Πολιτική 1914-1923, Εκδόσεις Γρηγόρη (1978), σελ. 348 και πρβλ. F.Welsh, The History of the World, Quercus, London (2011), σελ. 360 και επ.


Οι οκτώ (8) τούρκοι στρατιωτικοί, που ζήτησαν άσυλο στην Αλεξανδρούπολη, στο πλαίσιο παροχής δικαστικής προστασίας, μπορούν να ζητήσουν λήψη πρόσφορου ασφαλιστικού μέτρου με προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου καθώς και παρέμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η διέξοδος αυτή μπορεί να απεγκλωβίσει την Ελλάδα από δύσκολους διπλωματικούς χειρισμούς, αλλά και να υποχρεώσει την Τουρκία του Ερντογάν να σεβαστεί την όποια σχετική απόφαση.



* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Χώρας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC - EU).




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου