Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Δεύτερο μέρος της σειράς "Ελλάδα και χρέος: δυο αιώνες έξωθεν παρεμβάσεων των πιστωτών": η διαιώνιση της υποτέλειας δια του χρέους από τα τέλη του 19ου αιώνα έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

                                                                                   του Ερίκ Τουσέν
αναδημοσίευση από cadtm
Συνεχίζουμε την παρουσίαση της σειράς «Ελλάδα και χρέος: Δύο αιώνες ανάμειξης των πιστωτών», μια σημαντική δουλειά του Ερίκ Τουσέν για την ιστορία του ελληνικού δημόσιου χρέους. Το πρώτο μέρος, «Η ανεξάρτητη Ελλάδα γεννήθηκε με ένα απεχθές χρέος», δημοσιεύτηκε εδώ σε μετάφραση του Σωτήρη Σιαμανδούρα. Ακολουθεί το δεύτερο μέρος, που δημοσιεύτηκε στο contra-xreos.gr σε μετάφραση του Πάνου Αγγελόπουλου.
Σύ­νο­ψη του 1ου μέ­ρους

Ήδη από την ανα­κή­ρυ­ξή της σε ανε­ξάρ­τη­το κρά­τος, η Ελ­λά­δα είναι δέ­σμια δα­νεια­κών συμ­βά­σε­ων (1824, 1825 και 1833) που στο σύ­νο­λό τους αντι­στοι­χούν στο 245% του ΑΕΠ της. Τρεις Με­γά­λες Δυ­νά­μεις (Με­γά­λη Βρε­τα­νία, Γαλ­λία και Ρωσ­σία) συ­να­σπί­ζο­νται συ­γκρο­τώ­ντας έτσι την πρώτη Τρόι­κα της νε­ό­τε­ρης Ελ­λά­δας, η οποία θα επι­βάλ­λει τη μο­ναρ­χία του Βαυα­ρού πρί­γκι­πα Όθωνα και θα κα­θυ­πο­τά­ξει τη χώρα δια του χρέ­ους. Η Τρόι­κα υπε­ρα­σπί­στη­κε συ­στη­μα­τι­κά τα συμ­φέ­ρο­ντα των με­γά­λων τρα­πε­ζών του Λον­δί­νου και του Πα­ρι­σιού εξα­σφα­λί­ζο­ντας της άντλη­ση εκ μέ­ρους τους του μέ­γι­στου δυ­να­τού κέρ­δους από ένα επο­νεί­δι­στο χρέος. Ο ελ­λη­νι­κός λαός που κλή­θη­κε να πλη­ρώ­σει το υψηλό κό­στος μιας σπά­τα­λης και πο­λε­μο­χα­ρούς μο­ναρ­χί­ας προ­έ­βη σε δια­δο­χι­κές εξε­γέρ­σεις. Αν όμως πέ­τυ­χε την απο­χώ­ρη­ση του δε­σπό­τη το 1862 και τη συ­να­κό­λου­θη ανα­γνώ­ρι­ση ενός 
Συ­ντάγ­μα­τος που του πα­ρα­χω­ρού­σε θε­με­λιώ­δη πο­λι­τεια­κά και πο­λι­τι­κά δι­καιώ­μα­τα, δεν κα­τόρ­θω­σε να σπά­σει τα δεσμά του χρέ­ους. Οι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις δια­τή­ρη­σαν την Ελ­λά­δα σε κα­θε­στώς υπο­τέ­λειας και αρ­νή­θη­καν πει­σμα­τι­κά στον ελ­λη­νι­κό λαό την άσκη­ση της εθνι­κής του κυ­ριαρ­χί­ας. Η μο­ναρ­χία και οι άρ­χου­σες τά­ξεις επι­χεί­ρη­σαν συ­στη­μα­τι­κά να στρέ­ψουν τη λαϊκή δυ­σα­ρέ­σκεια στον εθνι­κι­σμό με βα­σι­κό τους ερ­γα­λείο και όχημα τις στρα­τιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις ενά­ντια στην
Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία.

Ει­σα­γω­γή 2ου μέ­ρους



Σύμ­φω­να με μια πα­ρα­πλα­νη­τι­κή ή εσφαλ­μέ­νη αλλά πάντα κυ­ρί­αρ­χη αφή­γη­ση, η Ελ­λά­δα κα­τά­φε­ρε να επι­στρέ­ψει στις αγο­ρές τη δε­κα­ε­τία του 1880, αφε­νός χάρη στη συμ­φω­νία που επε­τεύ­χθει το 1878 με τους πι­στω­τές για το χρέος της πε­ριό­δου 1824-1825[1], αφε­τέ­ρου χάρη στην εφαρ­μο­γή μιας ρι­ζο­σπα­στι­κής πο­λι­τι­κής μεί­ω­σης των δη­μο­σί­ων δα­πα­νών. Λέ­γε­ται έτσι ότι, στη συ­νέ­χεια, η Ελ­λά­δα προ­έ­βη εκ νέου στη σύ­να­ψη επα­χθών δα­νεί­ων, γε­γο­νός που οδή­γη­σε σε νέα κρίση χρέ­ους και ανα­στο­λή των πλη­ρω­μών του αρχής γε­νο­μέ­νης το 1893. Αυτή η αδυ­να­μία της Ελ­λά­δας να δια­χει­ρι­στεί με έλ­λο­γο τρόπο την προ­σφυ­γή στο δα­νει­σμό έκανε τις Με­γά­λες Δυ­νά­μεις να της επι­βά­λουν μια διοι­κη­τι­κή επι­τρο­πεία δη­μο­σιο­νο­μι­κού ελέγ­χου η οποία ανέ­λα­βε την εκ­πό­νη­ση και εφαρ­μο­γή του κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού. Μια τέ­τοια εκ­δο­χή των γε­γο­νό­των είναι ψευ­δής.



Βρί­σκου­με ένα πα­ρά­δειγ­μα της δια­δε­δο­μέ­νης αυτής αφή­γη­σης στην εφη­με­ρί­δαLe Monde της 16ης Ιου­λί­ου 2015 : «Όπως όμως και σή­με­ρα, η χώρα μα­στί­ζε­ται από τις πε­λα­τεια­κές σχέ­σεις και την φο­ρο­α­πο­φυ­γή των υψηλά ιστά­με­νων. Ο Βαυα­ρός Όθω­νας Α΄, μο­νάρ­χης βαυα­ρι­κής κα­τα­γω­γής που επε­βλή­θη από τις ευ­ρω­παϊ­κές δυ­νά­μεις, εφαρ­μό­ζει ήδη από την Ανε­ξαρ­τη­σία μια σπά­τα­λη πο­λι­τι­κή με­γά­λων έργων. Ο δη­μό­σιος το­μέ­ας προ­σλαμ­βά­νει αφει­δώς, ο δε στρα­τός απο­μυ­ζά πό­ρους και διά­γει πο­λυ­τε­λή ζωή… Το σύ­νο­λο χρη­μα­το­δο­τεί­ται από γεν­ναιό­δω­ρα (sic) δά­νεια εκ μέ­ρους των δυ­τι­κών χωρών. Η κυ­βέρ­νη­ση χάνει γρή­γο­ρα τον έλεγ­χο : το 1893, σχε­δόν το ήμισυ των κρα­τι­κών εσό­δων δια­τί­θε­ται για την απο­πλη­ρω­μή των τόκων και των χρε­ο­λυ­σί­ων»[2].



Ένα αντί­στοι­χο πα­ρά­δειγ­μα βρί­σκου­με στο ελ­βε­τι­κό οι­κο­νο­μι­κό πε­ριο­δι­κόBilan της 20ης Ιου­νί­ου 2015 : «Χάρη στη συμ­φω­νία που κυ­ρώ­θη­κε το 1878, η Ελ­λά­δα μπο­ρεί να δα­νει­στεί εκ νέου από τις αγο­ρές από τον επό­με­νο ήδη χρόνο, το 1879. Κατά τα δε­κα­τέσ­σε­ρα επό­με­να έτη, η Αθήνα θα αντλή­σει ποσά που στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ισο­δυ­να­μούν με 530 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα από πι­στω­τές του Πα­ρι­σιού, του Λον­δί­νου και του Βε­ρο­λί­νου. Ωστό­σο, λι­γό­τε­ρο από το 25% του ποσού αυτού θα πάει σε επεν­δύ­σεις έργων υπο­δο­μής για την ανά­πτυ­ξη της χώρας. Το υπό­λοι­πο αφιε­ρώ­νε­ται κατά κύριο λόγο σε στρα­τιω­τι­κές δα­πά­νες, καθώς η Ελ­λά­δα επι­δό­θη­κε επα­νει­λη­μέ­να σε συρ­ρά­ξεις με τις γει­το­νι­κές της χώρες (με δια­φο­ρε­τι­κές κάθε φορά εκ­βά­σεις)»[3].



Αυτό που αλη­θεύ­ει στο κυ­ρί­αρ­χο αυτό αφή­γη­μα είναι ότι οι ξένοι τρα­πε­ζί­τες πα­ρεί­χαν νέα δά­νεια στην Ελ­λά­δα. Η αφή­γη­ση ανα­γνω­ρί­ζει επί­σης ότι η μο­ναρ­χία ήταν σπά­τα­λη και ενέ­πλε­ξε τη χώρα σε εξαι­ρε­τι­κά δα­πα­νη­ρές στρα­τιω­τι­κές συρ­ρά­ξεις με την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι σχο­λια­στές, πάντα έτοι­μοι να δι­καιο­λο­γή­σουν τη στάση των πι­στω­τών (όπως η δη­μο­σιο­γρά­φος τηςMonde που δεν δι­στά­ζει να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει ένα πραγ­μα­τι­κά οξύ­μω­ρο σχήμα χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντας τα εν λόγω δά­νεια «γεν­ναιό­δω­ρα») και επι­ση­μαί­νουν ότι υπήρ­χε ένα πραγ­μα­τι­κό πρό­βλη­μα εί­σπρα­ξης φόρων.



Ας δούμε τώρα τι πραγ­μα­τι­κά συ­νέ­βη. Κατά τη δε­κα­ε­τία του 1880, οι τρα­πε­ζί­τες των Με­γά­λων Δυ­νά­με­ων (της Με­γά­λης Βρε­τα­νί­ας, της Γαλ­λί­ας και της Ρωσ­σί­ας, αλλά και της Γερ­μα­νί­ας, του Βελ­γί­ου και της Ολ­λαν­δί­ας…) εν­δια­φέ­ρο­νται ιδιαί­τε­ρα να πα­ρά­σχουν δά­νεια σε χώρες που εξέρ­χο­νται ενός κα­θε­στώ­τος ανα­στο­λής πλη­ρω­μών. Θέ­τουν δε έναν όρο : τα πα­λαιά χρέη πρέ­πει να ανα­διαρ­θρω­θούν και η χώρα οφεί­λει να επα­νεκ­κι­νί­σει τις πλη­ρω­μές της. Οι πε­ρισ­σό­τε­ρες από τις χώρες που είχαν κη­ρύ­ξει αδυ­να­μία πλη­ρω­μών απο­δέ­χτη­καν ανα­διαρ­θρώ­σεις χρεών οι οποί­ες ήταν εξαι­ρε­τι­κά ευ­νοϊ­κές για τους πι­στω­τές. Το μέ­λη­μα των τε­λευ­ταί­ων ήταν να δια­θέ­σουν κε­φά­λαια ώστε οι χρε­ω­μέ­νες χώρες να ανα­κτή­σουν τα απα­ραί­τη­τα οι­κο­νο­μι­κά μέσα για την εξό­φλη­ση των πα­λαιών χρεών τους. Για το με­γά­λο κε­φά­λαιο των κυ­ρί­αρ­χων χωρών ήταν επί­σης ένας τρό­πος να προ­βούν σε ελ­κυ­στι­κές επεν­δύ­σεις, δε­δο­μέ­νου ότι το κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα περ­νού­σε σε μια νέα φάση επέ­κτα­σης μέσω της μα­ζι­κής εξα­γω­γής κε­φα­λαί­ων με τη μορφή είτε δα­νεια­κών είτε επεν­δυ­τι­κών συμ­φω­νιών με τις χώρες της πε­ρι­φέ­ρειας. Πρό­κει­ται για την αρχή της «ιμπε­ρια­λι­στι­κής» φάσης του πα­γκό­σμιου κε­φα­λαί­ου[4].



Οι ανα­διαρ­θρώ­σεις χρέ­ους στην Ελ­λά­δα, την Κόστα Ρίκα, την Πα­ρα­γουάη, το Περού και την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία



Ιδού κά­ποια πα­ρα­δείγ­μα­τα ανα­διάρ­θρω­σης χρέ­ους κατά την πε­ρί­ο­δο 1878-1890 :



Η ανα­διάρ­θρω­ση του ελ­λη­νι­κού χρέ­ους το 1878 και τα επα­κό­λου­θά της. Το ελ­λη­νι­κό χρέος που συν­δέ­ε­ται με τα δά­νεια του 1824 και του 1825 ανα­διαρ­θρώ­θη­κε το 1878 και οι πι­στω­τές πέ­τυ­χαν από την Ελ­λά­δα την απο­πλη­ρω­μή του ποσού που αντι­στοι­χού­σε στα δά­νεια της πε­ριό­δου αυτής. Δεν υπήρ­ξε λοι­πόν πραγ­μα­τι­κή απο­μεί­ω­ση χρέ­ους και η Ελ­λά­δα ξα­νάρ­χι­σε να πλη­ρώ­νει τόσο τους τό­κους όσο και το αρ­χι­κό κε­φά­λαιο των πρό­τε­ρων δα­νεί­ων της[5]. Με­τα­ξύ 1879 και 1890, η Ελ­λά­δα εξό­φλη­σε το σύ­νο­λο του ανα­διαρ­θρω­μέ­νου χρέ­ους στους ιδιώ­τες πι­στω­τές της. Το ελ­λη­νι­κό χρέος όμως δεν μειώ­θη­κε, διότι απλά η Ελάδα σύ­να­ψε νέα δά­νεια για να απο­πλη­ρώ­σει τα πα­λαιό­τε­ρα. Συ­νέ­χι­σε επο­μέ­νως να εξο­φλεί τα πα­λαιά δά­νεια που ανα­δια­θρώ­θη­καν το 1878 και τα νέα δά­νεια που σύ­να­ψε κατά τη δε­κα­ε­τία του 1880.



Η ανα­διάρ­θρω­ση του χρέ­ους της Κόστα Ρίκα το 1885. Η Κόστα Ρίκα που είχε κη­ρύ­ξει παύση πλη­ρω­μών το 1874, δέ­χε­ται το 1885 μια ανα­διάρ­θρω­ση χρέ­ους ιδιαί­τε­ρα επω­φε­λή για τους πι­στω­τές της : αυτοί απο­κτούν ένα μέρος των σι­δη­ρο­δρό­μων της χώρας, 230 000 εκτά­ρια γης και 2 εκα­τομ­μύ­ρια λίρες στερ­λί­νες.



Η ανα­διάρ­θρω­ση του χρέ­ους της Πα­ρα­γουά­ης το 1885. Η Πα­ρα­γουάη που βρι­σκό­ταν επί­σης σε παύση πλη­ρω­μών από το 1874, δέ­χτη­κε να πα­ρα­χω­ρή­σει στους πι­στω­τές ένα εκα­τομ­μύ­ριο εκτά­ρια και 800 000 λίρες.



Η ανα­διάρ­θρω­ση του χρέ­ους του Περού το 1890. Η ανα­διάρ­θρω­ση αυτού του χρέ­ους (του πιο ση­μα­ντι­κού στη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή) επήλ­θε το 1890 με πολύ δυ­σμε­νείς όρους για τη χώρα : στους πι­στω­τές εκ­χω­ρή­θη­καν το σύ­νο­λο των δη­μό­σιων σι­δη­ρο­δρό­μων, δυο εκα­τομ­μύ­ρια τόνοι γκουα­νό (φυ­σι­κό λί­πα­σμα), μια ακτο­πλοϊ­κή γραμ­μή στη λίμνη Τι­τι­κά­κα, δυο εκα­τομ­μύ­ρια εκτά­ρια γης, τα ορυ­χεία του Σέρο ντε Πάσκο και, ωσάν κε­ρα­σά­κι στην τούρ­τα, ένα νέο δά­νειο προ­κει­μέ­νου να χρη­μα­το­δο­τη­θεί ένα μέρος του χρέ­ους που τε­λού­σε υπό ανα­στο­λή πλη­ρω­μής. Το Περού ολο­κλή­ρω­σε την απο­πλη­ρω­μή του φε­ρό­με­νου ως ανα­διαρ­θρω­μέ­νου χρέ­ους του το 1926 !



Η ανα­διάρ­θρω­ση του χρέ­ους της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας. Μετά την παύση πλη­ρω­μών το 1875, το χρέος της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας ανα­διαρ­θρώ­θη­κε με­ρι­κώς το 1881. Οι πι­στω­τές απαί­τη­σαν τη μέ­γι­στη εξό­φλη­σή του. Για το σκοπό αυτό, δη­μιουρ­γή­θη­κε μια οι­κο­νο­μι­κή επι­τρο­πή από ει­δι­κούς που όρι­σαν οι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις. Όπως γρά­φει η Louise Abellard : «Το 1881 συ­στή­νε­ται ένας ορ­γα­νι­σμός υπό τον τίτλο Διοί­κη­ση για το οθω­μα­νι­κό δη­μό­σιο χρέος. Σε αυτόν με­τα­φέ­ρο­νται, με αυ­το­κρα­το­ρι­κό διά­ταγ­μα, πολλά έσοδα της Αυ­το­κρα­το­ρί­ας κατά τρόπο ‘ορι­στι­κό και αμε­τά­κλη­το’ (τε­λω­νεια­κά έσοδα, φόροι επί οι­νο­πνευ­μα­τω­δών ποτών, τέλη χαρ­το­σή­μων, δι­καιώ­μα­τα αλιεί­ας, φόροι επί του με­τα­ξιού, μο­νο­πώ­λια στο αλάτι και τον καπνό…). Εφε­ξής, τα έσοδα αυτά θα κα­τα­βάλ­λο­νται από τη Διοί­κη­ση στους πι­στω­τές εν είδει απο­ζη­μιώ­σε­ων για τους τί­τλους που δια­κρα­τού­σαν πριν την παύση πλη­ρω­μών. Ο εν λόγω ορ­γα­νι­σμός διοι­κού­νταν εξο­λο­κλή­ρου από ευ­ρω­παί­ους (Γάλ­λους, Άγ­γλους, Ολ­λαν­δούς, Γερ­μα­νούς και Ιτα­λούς), οι οποί­οι ήταν οι άμε­σοι εκ­πρό­σω­ποι των εθνι­κών πι­στω­τών. Εντε­λώς ανε­ξάρ­τη­τη από την κε­ντρι­κή οθω­μα­νι­κή εξου­σία, η αρχή αυτή απο­τε­λού­σε ένα ερ­γα­λείο από­λυ­της εγ­γύ­η­σης για τους πι­στω­τές, οι οποί­οι μπο­ρού­σαν πια να είναι σί­γου­ροι ότι τα ποσά που είχαν επεν­δύ­σει τόσο κατά το μα­κρι­νό όσο και το πρό­σφα­το πα­ρελ­θόν θα εξο­φλού­νταν στο ακέ­ραιο. Με τη Διοί­κη­ση λοι­πόν οι κά­το­χοι τί­τλων απο­κτού­σαν άμεσα δι­καιώ­μα­τα δια­χεί­ρι­σης των οι­κο­νο­μι­κών της Αυ­το­κρα­το­ρί­ας μέ­χρις ότου απο­ζη­μιω­θούν πλή­ρως για τη ‘ζη­μί­α’ που είχαν υπο­στεί (και, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, μέχρι το τέλος της ίδιας της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας). Στα­δια­κά μά­λι­στα οι δι­καιο­δο­σί­ες της Διοί­κη­σης επε­κτά­θη­καν, κα­θι­στώ­ντας την βα­σι­κή εγ­γυ­ή­τρια και επο­πτι­κή αρχή για τη σύ­να­ψη κάθε συμ­φω­νί­ας που άπτο­νταν έργων υπο­δο­μής (ει­δι­κό­τε­ρα δε των σι­δη­ρο­δρό­μων)»[6].



Οι ανα­διαρ­θρώ­σεις χρέ­ους χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν για την έναρ­ξη ενός νέου κύ­κλου δα­νει­σμού και για την επέ­κτα­ση του κε­φα­λαί­ου των ιμπε­ρια­λι­στι­κών χωρών



Οι ανα­διαρ­θρώ­σεις χρέ­ους που συ­ντε­λέ­στη­καν κατά την πε­ρί­ο­δο 1870-1880 εξυ­πη­ρε­τού­σαν τη βού­λη­ση των πι­στω­τών να το­πο­θε­τή­σουν στις τέσ­σε­ρις γω­νιές του πλα­νή­τη τα άφθο­να κε­φά­λαια που είχαν συσ­σω­ρεύ­σει στις χώρες του Κέ­ντρου (Με­γά­λη Βρε­τα­νία, Γαλ­λία, Γερ­μα­νία, Βέλ­γιο, Ολ­λαν­δία…). Αυτές οι το­πο­θε­τή­σεις κε­φα­λαί­ων γί­νο­νταν είτε υπό τη μορφή επεν­δύ­σε­ων είτε υπό τη μορφή δα­νεια­κών συμ­βά­σε­ων. Βα­σι­κός στό­χος των νέων δα­νεί­ων ήταν να δια­σφα­λί­σουν ρευ­στό­τη­τα στις χώρες που είχαν κη­ρύ­ξει παύση πλη­ρω­μών ώστε αυτές να ξα­ναρ­χί­σουν να πλη­ρώ­νουν τα χρέη τους. Σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις, όπως εί­δα­με και πα­ρα­πά­νω όσον αφορά τη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή, οι ανα­διαρ­θρώ­σεις χρέ­ους πήραν εν μέρει τη μορφή ανταλ­λα­γής πα­λαιών τί­τλων χρέ­ους ένα­ντι τί­τλων ιδιο­κτη­σί­ας γης ή/και επι­χει­ρή­σε­ων. Το βα­σι­κό κρι­τή­ριο των τρα­πε­ζών ή άλλων επεν­δυ­τών δεν ήταν ούτε η οι­κο­νο­μι­κή υγεία των δα­νειο­λη­πτριών χωρών, ούτε η ικα­νό­τη­τά τους να δια­χει­ρι­στούν τα ποσά των δα­νεί­ων, ούτε η δυ­να­τό­τη­τα να τα εξο­φλή­σουν. Οι βα­σι­κές τους μέ­ρι­μνες ήταν να χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν τους δια­θέ­σι­μους οι­κο­νο­μι­κούς πό­ρους για να αντλή­σουν τη μέ­γι­στη δυ­να­τή από­δο­ση, για να δια­τη­ρή­σουν τις χρε­ω­μέ­νες χώρες σε μια σχέση διαρ­κούς ανά­γκης εξω­τε­ρι­κής χρη­μα­τα­δό­τη­σης – εξα­σφα­λί­ζο­ντας μά­λι­στα ότι, σε πε­ρί­πτω­ση δυ­σκο­λιών απο­πλη­ρω­μής, οι κυ­βερ­νή­σεις των δικών τους χωρών θα ήταν έτοι­μες να πα­ρέμ­βουν ακόμα και με στρα­τιω­τι­κά μέσα για να επι­βά­λουν την επα­νεκ­κί­νη­ση ή τη συ­νέ­χι­ση των πλη­ρω­μών - ή ακόμα για να ενι­σχύ­σουν το κα­θε­στώς αποι­κιο­κρα­τί­ας στις εν λόγω χώρες.



Στην Τυ­νη­σία, την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία και την Ελ­λά­δα, οι ισχυ­ροί πι­στω­τές – με­τα­ξύ των οποί­ων η Με­γά­λη Βρε­τα­νία και η Γαλ­λία κα­τα­λάμ­βα­ναν πάντα μια προ­νο­μια­κή θέση – επέ­βα­λαν μια διε­θνή δομή δια­χεί­ρι­σης με ιδιαί­τε­ρα εκτε­τα­μέ­νες εξου­σί­ες. Το ελ­λη­νι­κό κρά­τος γνώ­ρι­σε αυτή την κα­τά­στα­ση από την ίδρυ­σή του, όπως δεί­χνει η συμ­φω­νία του 1832 με τη Με­γά­λη Βρε­τα­νία, τη Γαλ­λία, τη Ρωσ­σία και το Βα­σί­λειο της Βαυα­ρί­ας με την οποία κα­θιε­ρώ­νε­ται η μο­ναρ­χία και δί­δε­ται από­λυ­τη προ­τε­ραιό­τη­τα στην εξό­φλη­ση του χρέ­ους[7]. Στην Τυ­νη­σία, μια διε­θνής οι­κο­νο­μι­κή επι­τρο­πή επι­βλή­θη­κε το 1869, προ­τού η χώρα πε­ριέλ­θει εξο­λο­κλή­ρου στον άμεσο έλεγ­χο της Γαλ­λί­ας το 1881. Όσον αφορά την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία, οι πι­στώ­τριες δυ­νά­μεις δη­μιούρ­γη­σαν τη Διοί­κη­ση του δη­μό­σιου χρέ­ους, η οποία διέ­θε­τε εί­κο­σι γρα­φεία άμε­σης εί­σπρα­ξης στο σύ­νο­λο της επι­κρά­τειας (από την Υε­μέ­νη έως τη Θεσ­σα­λο­νί­κη) και 5 000 υπαλ­λή­λους. Στην πε­ρί­πτω­ση της Ελ­λά­δας, το κα­θε­στώς υπο­τέ­λειας στις πι­στώ­τριες δυ­νά­μεις που εγ­γρά­φη­κε εκ των πραγ­μά­των στη διε­θνή λη­ξιαρ­χι­κή πράξη γέν­νη­σης του νέου κρά­τους, πήρε μορ­φές οι οποί­ες, καί­τοι εξε­λί­χθη­καν, δεν έπα­ψαν ποτέ να κά­νουν ιδιαί­τε­ρα αι­σθη­τή την πα­ρου­σία τους : από την φυ­σι­κή συμ­με­το­χή και επο­πτεία των Βρε­τα­νών, Γάλ­λων και Ρώσ­σων πρέ­σβε­ων στο υπουρ­γι­κό συμ­βού­λιο το 1843[8], μέχρι τη διε­θνή επι­τρο­πή οι­κο­νο­μι­κών του 1898 (η οποία, ση­μειω­τέ­ον, δια­τη­ρή­θη­κε μέχρι την πε­ρί­ο­δο της να­ζι­στι­κής κα­το­χής), περ­νώ­ντας από τη Διε­θνή Οι­κο­νο­μι­κή Επι­τρο­πή ελέγ­χου που συ­στά­θη­κε το 1857 για να εξα­σφα­λί­σει την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους του 1833.



Οι συ­νέ­πειες της πα­γκό­σμιας χρη­μα­το­πι­στω­τι­κής και οι­κο­νο­μι­κής κρί­σης του 1890-1891 στην Ελ­λά­δα



Το Νο­έμ­βριο του 1890, το Σίτι του Λον­δί­νου γνω­ρί­ζει μια κα­τά­στα­ση ανά­λο­γη με αυτή που γνώ­ρι­σαν το Σε­πτέμ­βριο του 2008 οι ΗΠΑ με την πτώ­χευ­ση της Lehman Brothers η οποία οδή­γη­σε στο κλεί­σι­μο της στρό­φιγ­γας πι­στώ­σε­ων (credit crunch), σε μια διε­θνή τρα­πε­ζι­κή κρίση και, ένα χρόνο μετά, σε μια πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μι­κή ύφεση. Στις 8 Νο­εμ­βρί­ου 1890, οι τρα­πε­ζί­τες του Λον­δί­νου συ­να­ντιού­νται επει­γό­ντως για να επε­ξερ­γα­στούν τρό­πους αντι­με­τώ­πι­σης του πα­νι­κού που θα προ­κα­λού­σε μια πι­θα­νή πτώ­χευ­ση της Baring Brothers, μιας από τις βα­σι­κές τρά­πε­ζες του Λον­δί­νου. Στις 10 Νο­εμ­βρί­ου, συ­να­ντιού­νται και με τη βρε­τα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση, η οποία ανα­λαμ­βά­νει να έλθει σε επαφή με τις αρχές των άλλων Με­γά­λων Δυ­νά­με­ων προ­κει­μέ­νου να εξευ­ρε­θεί μια συ­ντο­νι­σμέ­νη απά­ντη­ση στην κρίση. Μο­λο­νό­τι η Baring Brothers δια­σώ­θη­κε (κάτι που δεν συ­νέ­βη στην πρί­πτω­ση της Lehman Brothers), μια ισχυ­ρή χρη­μα­το­πι­στω­τι­κή και οι­κο­νο­μι­κή κρίση ξέ­σπα­σε κατά την πε­ρί­ο­δο 1891-1892. Με­τα­ξύ των τρα­πε­ζών που ορ­γά­νω­σαν τη διά­σω­ση της Baring Brothers πε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν η Banque Rothschild (η οποία ήταν πα­ρού­σα σε Λον­δί­νο, Πα­ρί­σι και άλλες ευ­ρω­παϊ­κές πό­λεις και έπαι­ξε κε­ντρι­κό ρόλο στη σύ­να­ψη του χρέ­ους της Ελ­λά­δας), καθώς και δυο τρά­πε­ζες που στη συ­νέ­χεια θα συγ­χω­νευ­τούν, η J. P. Morgan (η οποία ήταν ήδη η βα­σι­κή τρά­πε­ζα επεν­δύ­σε­ων των ΗΠΑ) και J. S. Morgan (επί­σης πα­ρού­σα στο Λον­δί­νο και συν­δε­ό­με­νη με άμε­σους οι­κο­γε­νεια­κούς δε­σμούς με την J. P. Morgan)[9].



Στα άρθρα που ο με­γά­λος διε­θνής Τύπος αφιέ­ρω­σε κατά τη διε­τία 2015-2016 στην κρίση του ελ­λη­νι­κού χρέ­ους, δεν θα βρεί­τε που­θε­νά μια συ­σχέ­τι­ση ανά­με­σα στην εξέ­λι­ξη της διε­θνούς χρη­μα­το­πι­στω­τι­κής και οι­κο­νο­μι­κής κα­τά­στα­σης και την ανα­στο­λή πλη­ρω­μής του χρέ­ους που κή­ρυ­ξε το ελ­λη­νι­κό κοι­νο­βού­λιο το κα­λο­καί­ρι του 1893. Πα­ρ’ό­λα αυτά, η κρίση που ξε­κί­νη­σε στο Λον­δί­νο το Νο­έμ­βριο του 1890 προ­κά­λε­σε διε­θνή οι­κο­νο­μι­κή ύφεση, συρ­ρί­κνω­ση των διε­θνών εμπο­ρι­κών συ­ναλ­λα­γών, παύση διε­θνών τρα­πε­ζι­κών πι­στώ­σε­ων… Η Ελ­λά­δα βρέ­θη­κε αντι­μέ­τω­πη με μια κά­θε­τη πτώση των εξα­γω­γών της τη στιγ­μή που είχε από­λυ­τη ανά­γκη από το συ­νάλ­λαγ­μα σε ισχυ­ρό ξένο νό­μι­σμα που της εξα­σφά­λι­ζαν αυτές οι εξα­γω­γές για να συ­νε­χί­σει να πλη­ρώ­νει το εξω­τε­ρι­κό χρέος της. Οι πω­λή­σεις της κο­ριν­θια­κής στα­φί­δας στο εω­τε­ρι­κό αντι­προ­σώ­πευαν τα 2/3 των ελ­λη­νι­κών εξα­γω­γών ! Οι εξα­γω­γές αυτές ση­μεί­ω­σαν πτώση της τάξης του 50% κατά την πε­ρί­ο­δο 1891 και 1893. Και υπήρ­χαν δυο λόγοι γι αυτήν την κά­θε­τη πτώση : 1. η διε­θνής κρίση και η συρ­ρί­κνω­ση της ζή­τη­σης στις πιο πλού­σιες χώρες, 2. η από­φα­ση που πήραν η Με­γά­λη Βρε­τα­νία, η Γαλ­λία και η Ρωσ­σία να επι­βά­λουν έναν φόρο στις ει­σα­γω­γές κο­ριν­θια­κής στα­φί­δας στις αγο­ρές τους. Οι τρεις αυτές με­γά­λες πι­στώ­τριες δυ­νά­μεις της Ελ­λά­δας πε­ριό­ρι­σαν δρα­στι­κά την πρό­σβα­ση της κο­ριν­θια­κής στα­φί­δας στις αγο­ρές τους την ίδια στιγ­μή που υπο­στή­ρι­ζαν με ζήλο την αρχή ελεύ­θε­ρων συ­ναλ­λα­γών και την κα­τάρ­γη­ση όλων των φόρων και δα­σμών σε ει­σα­γω­γές και εξα­γω­γές[10]. Για την Ελ­λά­δα, η πτώση των εσό­δων από τις εξα­γω­γές, σε συν­δυα­σμό με την αδυ­να­μία να εξα­σφα­λι­στούν νέες πι­στώ­σεις από βρε­τα­νι­κές, γαλ­λι­κές και γερ­μα­νι­κές τρά­πε­ζες, οδή­γη­σε στην από­φα­ση της ανα­στο­λής πλη­ρω­μής του χρέ­ους καθώς το 56% των κρα­τι­κών εσό­δων ήταν αφιε­ρω­μέ­να σε αυτό[11]. Με­τα­ξύ των πα­ρα­γό­ντων που σχε­τί­ζο­νται με ό,τι προη­γή­θη­κε, υπάρ­χει επί­σης η πτώση της αξίας του ενι­κού της νο­μί­σμα­τος σε σχέση με την αγ­γλι­κή λίρα και τα άλλα ισχυ­ρά νο­μί­σμα­τα. Με ένα υπο­τι­μη­μέ­νο νό­μι­σμα, το πραγ­μα­τι­κό κό­στος της απο­πλη­ρω­μής του εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους ήταν ακόμα πιο δυ­σβά­στα­κτο.



Όσον δε αφορά τους σχο­λια­στές που κα­τη­γο­ρούν την Ελ­λά­δα ότι προ­βαί­νει εύ­κο­λα σε αθέ­τη­ση πλη­ρω­μών, θα ήταν χρή­σι­μο να θυ­μί­σου­με ότι κατά τη διάρ­κεια του 19ου αιώνα, η Ισπα­νία προ­έ­βη σε ανα­στο­λή πλη­ρω­μών του χρέ­ους της έξι φορές, η Αυ­στρο-ουγ­γρι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία πέντε, τρεις φορές η Πορ­το­γα­λία, δυο η Πρω­σία και μια η Ρωσία[12].



Ο πό­λε­μος του 1897 ενά­ντια στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία και η ανα­διάρ­θρω­ση χρέ­ους που ακο­λού­θη­σε



Η ελ­λη­νι­κή μο­ναρ­χία και οι εγ­χώ­ρια άρ­χου­σα τάξη επι­δό­θη­καν σε έναν κα­τα­στρο­φι­κό πό­λε­μο ενα­ντί­ον της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας το 1897, γνω­στό και ως «Ατυχή πό­λε­μο». Οι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις χει­ρα­γώ­γη­σαν με σα­φή­νεια και μέχρι την τε­λευ­ταία στιγ­μής τα δυο ήδη αντι­πα­λώ­με­να κράτη προ­κει­μέ­νου να τα οδη­γή­σουν σε πό­λε­μο[13]. Ο στό­χος τους ; Απο­δυ­να­μώ­νο­ντάς τα μέσω μιας στρα­τιω­τι­κής σύρ­ρα­ξης, μπο­ρού­σαν να ενι­σχύ­σουν το βαθμό ελέγ­χου τους και στις δυο χώρες, ει­δι­κό­τε­ρα μέσω του χρέ­ους. Όσο πιο δα­πα­νη­ρός ήταν ο πό­λε­μος τόσο θα μπο­ρού­σαν να αυ­ξή­σουν τις απαι­τή­σεις τους τόσο ως προς την Ελ­λά­δα όσο και ως προς την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία. Η κα­τά­λη­ξη ήταν ένα σύμ­φω­νο ει­ρή­νης που υπε­γρά­φη στην Ιστα­μπούλ στις 4 Δε­κεμ­βρί­ου 1897 υπό την αι­γί­δα των Με­γά­λων Δυ­νά­με­ων, δη­λα­δή της Με­γά­λης Βρε­τα­νί­ας, της Γαλ­λί­ας και της Ρω­σί­ας (μέλη της Τρόι­κας που είχε ήδη συ­γκρο­τη­θεί από το 1830), της Αυ­στρο-ουγ­γρι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας, της Γερ­μα­νί­ας και της Ιτα­λί­ας[14]. Το 1898, ένα νέο δά­νειο πα­ρα­χω­ρή­θη­κε στην Ελ­λά­δα, με την Τρόι­κα να ανα­λαμ­βά­νει γι ακόμη μια φορά τον ρόλο του εγ­γυ­η­τή. Το δά­νειο αυτό δό­θη­κε στο πλαί­σιο του συμ­φώ­νου ει­ρή­νης και πε­ριε­λάμ­βα­νε την κα­τα­βο­λή εκ μέ­ρους της Ελ­λά­δας μιας ση­μα­ντι­κής απο­ζη­μί­ω­σης στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία. Και οι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις είχαν κάθε συμ­φέ­ρον η Ελ­λά­δα να αφιε­ρώ­σει ένα με­γά­λο μέρος του εν λόγω δα­νεί­ου για να απο­ζη­μιώ­σει την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όπως ση­μειώ­σα­με πα­ρα­πά­νω, ήλεγ­χαν ήδη τα οι­κο­νο­μι­κά της τε­λυ­ταί­ας και μπό­ρε­σαν να αξιο­ποι­ή­σουν τις απο­ζη­μιώ­σεις αυτές για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας στους πι­στω­τές της. Οι πι­στω­τές της Ελ­λά­δας και της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας ήταν οι ίδιοι !





---------------------------------------------------------------------------------------
Το δά­νειο του 1898 και η υπα­γω­γή της Ελ­λά­δας σε κα­θε­στώς επι­τρο­πεί­ας μέσω της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών



Η νόμος που ψη­φί­στη­κε από το ελ­λη­νι­κό κοι­νο­βού­λιο στις 26 Φε­βρουα­ρί­ου 1898 είναι πα­νο­μοιό­τυ­πος με το σχέ­διο νόμου που συ­νέ­τα­ξε η Διε­θνής Επι­τρο­πή Οι­κο­νο­μι­κών (ΔΕΟ). Η Ελ­λά­δα ήταν υπο­χρε­ω­μέ­νη να απο­δε­χτεί όλους τους όρους των πι­στω­τών. Σύμ­φω­να με το νόμο αυτό, η ΔΕΟ ανα­λαμ­βά­νει τον έλεγ­χο των κρα­τι­κών εσό­δων και τα δια­χει­ρί­ζε­ται για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του χρέ­ους :

- του δα­νεί­ου του 1833 με εγ­γυ­η­τές τη Γαλ­λία, τη Με­γά­λη Βρε­τα­νία και τη Ρωσία,

- των δα­νεί­ων που σύ­να­ψε το ελ­λη­νι­κό κρά­τος στο εξω­τε­ρι­κό κατά την πε­ρί­ο­δο 1881- 1893,

- του νέου δα­νείο που ανα­γκά­στη­κε να συ­νά­ψει η Ελ­λά­δα προ­κει­μέ­νου να απο­πλη­ρώ­σει τα προη­γού­με­να και να κα­τα­βά­λει τις πο­λε­μι­κές απο­ζη­μιώ­σεις στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία.

Το δά­νειο του πε­ρι­λαμ­βά­νει δυο μέρη :

1) Ένα δά­νειο για την πο­λε­μι­κή απο­ζη­μί­ω­ση της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας ύψους 92 εκα­τομ­μυ­ρί­ων γαλ­λι­κών φρά­γκων (4 εκα­τομ­μύ­ρια τουρ­κι­κές λίρες), στα οποία προ­στί­θε­νται 2,3 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα (100.000 τουρ­κι­κές λίρες) που η Ελ­λά­δα οφεί­λει να κα­τα­βά­λει ως απο­ζη­μί­ω­ση για τις ζη­μί­ες που προ­κά­λε­σε σε ιδιω­τι­κές πε­ριου­σί­ες.

2) Ένα νέο δά­νειο για να εξο­φλή­σει πα­λαιά χρέη και για να κα­λύ­ψει το έλ­λειμ­μα του έτους 1897 ώστε να μπο­ρέ­σει να εξο­φλή­σει το χρέος της, του­τέ­στιν ένα συ­νο­λι­κό ποσό 55 εκα­τομ­μυ­ρί­ων φρά­γκων που προ­ο­ρί­ζε­ται :

- για την κά­λυ­ψη του ελ­λείμ­μα­τος του προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού του ελ­λη­νι­κού κρά­τους κατά το έτος 1897 (26 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα),

- για τις πλη­ρω­μές που η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση πρέ­πει να κα­τα­βά­λει το 1898 στους κα­τό­χους του πα­λαιού εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους της (2,5 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα),

- για την απο­πλη­ρω­μή ή την με­τα­τρο­πή του κυ­μαι­νό­με­νου χρέ­ους της σε χρυσό (26,5 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα).



Το νέο δά­νειο που επι­βαρ­ρύ­νει την Ελ­λά­δα ανέρ­χε­ται στα 123,5 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα (28,5+95), στα οποία προ­στί­θε­ται η με­τα­τρο­πή του χρέ­ους της ύψους 26,5 εκα­τομ­μυ­ρί­ων φρά­γκων. Στο δά­νειο μά­λι­στα αυτό θα προ­στε­θεί, με το πέρας του χρό­νου και ανά­λο­γα με τις ανά­γκες, και πάντα υπό τη μορφή νέων δα­νεί­ων, ένα ποσό που θα ανέλ­θει στα 20 εκα­τομ­μύ­ρια φρά­γκα για την κά­λυ­ψη των συ­νο­λι­κών ελ­λει­μά­των των επο­μέ­νων ετών.



Το άρθρο 4 του νόμου που συ­νέ­τα­ξε η ΔΕΟ και ενέ­κρι­νε υπά­κουα το Ελ­λη­νι­κό Κοι­νο­βού­λιο στις 26 Φε­βρουα­ρί­ου 1898, διευ­κρι­νί­ζει ότι «τα διοι­κη­τι­κά έξοδα της Επι­τρο­πής, που ανέρ­χο­νται στο ποσό των 150.000 φρά­γκων, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των 60.000 φρά­γκων που προ­βλέ­πο­νται για τις απο­λα­βές των έξι Αντι­προ­σώ­πων, θα αντλού­νται από το συ­νο­λι­κό ποσό των κρα­τι­κών εσό­δων». Οι έξι αντι­πρό­σω­ποι εκ­προ­σω­πούν τη Με­γά­λη Βρε­τα­νία, τη Γαλ­λία, τη Ρωσία, την Αυ­στρο-ουγ­γα­ρία, τη Γερ­μα­νία και την Ιτα­λία.



Η ΔΕΟ επι­βάλ­λει στην Ελ­λά­δα να κα­τα­βά­λει πε­ρί­που 39 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές ετη­σί­ως, ενώ κατά μέσο όρο τα συ­νο­λι­κά έσοδα του κρά­τους (πλην των δα­νεί­ων) ανέρ­χο­νται σε πε­ρί­που 90 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές. Τούτο ση­μαί­νει ότι το 43% των κρα­τι­κών εσό­δων δια­τί­θε­ται απευ­θεί­ας για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους. Πρέ­πει να ση­μειώ­σου­με ότι κα­νέ­να μέρος του νέου δα­νεί­ου δεν προ­ο­ρί­ζε­ται για την ενί­σχυ­ση της οι­κο­νο­μί­ας της χώρας, την ανά­πτυ­ξη των υπο­δο­μών της, τη βελ­τί­ω­ση της δη­μό­σιας εκ­παί­δευ­σης. Το νέο δά­νειο χρη­σι­μο­ποιεί­ται απο­κλει­στι­κά και μόνο για την απο­πλη­ρω­μή πα­λαιών χρεών, για την κα­τα­βο­λή απο­ζη­μιώ­σε­ων στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία (που με τη σειρά της κάνει χρήση της απο­ζη­μί­ω­σης για να πλη­ρώ­σει τους πι­στω­τές της, οι οποί­οι είναι ταυ­τό­χρο­να και πι­στω­τές της Ελ­λά­δας) ή για την κά­λυ­ψη του ελ­λεί­μα­τος του ελ­λεί­μα­των τρε­χου­σών συ­ναλ­λα­γών.



Τα μέλη της ΔΕΟ υπο­γραμ­μί­ζουν ότι κατά μέσο όρο ο συ­νο­λι­κός προ­ϋ­πο­λο­γι­σμός του Υπουρ­γεί­ου Παι­δεί­ας και Θρη­σκευ­μά­των δεν θα υπερ­βαί­νει τα 3,5 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές, ενώ η βα­σι­λι­κή προι­κο­δό­τη­ση ανέρ­χε­ται στα 1,3 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές, οι δα­πά­νες για την αστυ­νο­μία φθά­νουν τα 1,7 εκα­τομ­μύ­ρια και αυτές για το στρα­τό στα 15 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές ! Στο βα­σι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό της ΔΕΟ δεν προ­βλέ­πε­ται καμία απο­λύ­τως δα­πά­νη για τη δη­μό­σια υγεία. Οι δα­πά­νες για τους σι­δη­ρο­δρό­μους ανέρ­χο­νται στο γε­λοίο ποσό των 84.350 δραχ­μών (που αντι­στοι­χεί, εν­δει­κτι­κά, στο 7,5% της βα­σι­λι­κής προι­κο­δό­τη­σης). Να ση­μειώ­σου­με επί­σης ότι η ΔΕΟ επέ­βα­λε στην Ελ­λά­δα την ανα­γνώ­ρι­ση ενός χρέ­ους προς τους κλη­ρο­νό­μους του βα­σι­λιά Όθωνα (ο οποί­ος ανα­τρά­πη­κε από το λαό το 1862), συ­νο­λι­κού ύψους 4 εκα­τομ­μυ­ρί­ων δραχ­μών. Η ετή­σια επι­βάρ­ρυν­ση που αντι­στοι­χεί στην πλη­ρω­μή αυτού του χρέ­ους ανέρ­χε­ται σε 200.260 δραχ­μές, δη­λα­δή 2,5 φορές το ποσό που δια­τί­θε­ται για τους σι­δη­ρο­δρό­μους της χώρας !



Η Επι­τρο­πή δη­λώ­νει κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κά ότι και για το μέλ­λον στον ελ­λη­νι­κό κρα­τι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό «δεν προ­βλέ­πε­ται κα­νέ­να ποσό για την εκτέ­λε­ση με­γά­λων δη­μό­σιων έργων όπως η βελ­τί­ω­ση των λι­μέ­νων ή η κα­τα­σκευή νέων σι­δη­ρο­δρο­μι­κών γραμ­μών. Σύμ­φω­να με το σκε­πτι­κό της Επι­τρο­πής, κάθε πρω­το­βου­λία που θα μπο­ρού­σε να αυ­ξή­σει τις δα­πά­νες του κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού οφεί­λει να ανα­βλη­θεί μέ­χρις ότου επέλ­θει στα­θε­ρο­πο­ή­ση και σξι­σορ­ρό­πη­ση των οι­κο­νο­μι­κών της χώρας». Πρό­κει­ται για μια ρητή ανα­γνώ­ρι­ση της βού­λη­σης των με­γά­λων πι­στω­τριών δυ­νά­με­ων να δια­τη­ρή­σουν την οι­κο­νο­μία της χώρα σε μια κα­τά­στα­ση κα­θυ­στέ­ρη­σης.



Σύμ­φω­να με το άρθρο 11 του νόμου, η Επι­τρο­πή ιδιο­ποιεί­ται, για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους :

- το σύ­νο­λο των εσό­δων από τα τέλη χαρ­το­σή­μου, πε­ρί­που 10 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές,

- το σύ­νο­λο των εσό­δων από τέλη και δα­σμούς που ει­σπράτ­το­νται από το τε­λω­νείο του Πει­ραιά, πε­ρί­που 10,7 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές,

- το σύ­νο­λο των εσό­δων από τους φό­ρους επί των προ­ϊ­ό­ντων κα­πνού, πε­ρί­που 6,6 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές,

- το σύ­νο­λο των εσό­δων από μο­νο­πώ­λια σε αλάτι, λάδι, σπίρ­τα, τρα­που­λό­χαρ­τα, τσι­γα­ρό­χαρ­τα, στα οποία προ­στί­θε­ται το σύ­νο­λο των εσό­δων από τα ορυ­χεία σμύ­ρι­δας της Νάξου, πε­ρί­που 12,3 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές.



Σε ποιον όμως ανα­θέ­τει η ΔΕΟ την εί­σπρα­ξη των εσό­δων που προ­έρ­χο­νται από τα μο­νο­πώ­λια ; Τα κα­θιε­ρω­μέ­να μο­νο­πώ­λια του λα­διού, του πε­τρε­λαί­ου, των σπίρ­των, των τρα­που­λό­χαρ­των των τσι­γα­ρό­χαρ­των και της σμύ­ρι­δας Νάξου τα δια­χει­ρί­ζε­ται μια ελ­λη­νι­κή ανώ­νυ­μη εται­ρία με την επω­νυ­μία Εται­ρία Δια­χεί­ρι­σης Εσό­δων για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του ελ­λη­νι­κού δη­μό­σιου χρέ­ους (ένας πρό­γο­νος του ΤΑΙ­ΠΕΔ[15] που επέ­βα­λε η ση­με­ρι­νή Τρόι­κα το 2010). Οι πι­στω­τές επέ­βα­λαν στην Ελ­λά­δα να θέσει αυτήν την ανώ­νυ­μη εται­ρία «υπό την άμεση επο­πτεία της Διε­θνούς Επι­τρο­πής ΟΙ­κο­νο­μι­κών εν είδει ελεγ­κτι­κού ορ­γά­νου». Επι­πλέ­ον, «ένα μέλος της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών που ορί­ζε­ται από αυτήν θα έχει το δι­καί­ω­μα να πα­ρί­στα­ται στις συ­νε­δριά­σεις του Διοι­κη­τι­κού Συμ­βου­λί­ου και της Γε­νι­κής Συ­νέ­λευ­σης, ενώ η Επι­τρο­πή δύ­να­ται να θέτει βέτο σε κάθε μέτρο που κρί­νει ότι είναι αντί­θε­το με το νόμο ή με τα συμ­φέ­ρο­ντα που έχει ανα­λά­βει να προ­α­σπί­ζει»[16].



Σύμ­φω­να με το άρθρο 24, «όλα τα ποσά που ει­σπράτ­τει η Εται­ρία σύμ­φω­να με το άρθρο 14 θα κα­τα­βάλ­λο­νται στο ακέ­ραιο, του­λά­χι­στον μια φορά την εβδο­μά­δα, στο τα­μείο Ελέγ­χου». Στην πε­ρί­πτω­ση που τα προ­α­να­φερ­θέ­ντα έσοδα είναι ανε­παρ­κή, η Επι­τρο­πή έχει το δι­καί­ω­μα να ει­σπρά­ξει τα έσοδα από τα τε­λω­νεία Λαυ­ρί­ου (το ακα­θά­ρι­στο προ­ϊ­όν των οποί­ων εκτι­μά­ται σε 1,5 εκα­τομ­μύ­ρια δραχ­μές), Πά­τρας (2,4 εκα­τομ­μύ­ρια), Βόλου (1,7 εκα­τομ­μύ­ρια), Κέρ­κυ­ρας (1,6 εκα­τομ­μύ­ρια), όπως προ­βλέ­πει το άρθρο 12 του νόμου.



Το άρθρο 36 προ­βλέ­πει ότι τα μέλη της ΔΕΟ μπο­ρούν να πα­ρεμ­βαί­νουν αυ­το­προ­σώ­πως στις εφο­ρί­ες, στα γρα­φεία και τις εγκα­τα­στά­σεις υπη­ρε­σιών των οποί­ων τα έσοδα εμπί­πτουν στη δι­καιο­δο­σία της, για να δια­σφα­λί­σουν έτσι την ορθή εφαρ­μο­γή των νο­μο­θε­τι­κών δια­τά­ξε­ων και ρυθ­μί­σε­ων. Έχουν επί­σης πρό­σβα­ση σε όλα τα βι­βλία, τους λο­γα­ρια­σμούς και τα λο­γι­στι­κά έγ­γρα­φα των εν λόγω υπη­ρε­σιών. Το άρθρο 38 ορί­ζει ότι «ο συ­γκε­κρι­μέ­νος νόμος δεν δύ­να­ται να τρο­πο­ποι­η­θεί παρά με τη συ­γκα­τά­θε­ση των έξι Δυ­νά­με­ων».



Τα συ­μπε­ρά­σμα­τα της ΔΕΟ απο­τε­λούν μνη­μειώ­δη αν­θο­λο­γία ψεύ­δους και υπο­κρι­σί­ας : «Εν κα­τα­κλεί­δι, για την ολο­κλή­ρω­ση του έργου της, η Επι­τρο­πή εμ­φο­ρεί­ται από τα υψηλά ιδε­ώ­δη και την καλή προ­αί­ρε­ση που χα­ρα­κτη­ρί­ζουν τη στάση των Δυ­νά­με­ων απέ­να­ντι στην Ελ­λά­δα. Ικα­νο­ποιώ­ντας τις νό­μι­μες απαι­τή­σεις των υφι­στά­με­νων πι­στω­τών, λαμ­βά­νει επί­σης σο­βα­ρά υπόψη της τις οι­κο­νο­μι­κές δυ­σχέ­ρειες που αντι­με­τω­πί­ζει η χώρα. Την ίδια στιγ­μή, αν φρο­ντί­ζει να πλαι­σιώ­σει την εί­σπρα­ξη και τη χρήση των εσό­δων που δια­τί­θε­νται για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του χρέ­ους με εγ­γυ­ή­σεις ικα­νές να πα­ρά­σχουν κάθε δυ­να­τή ασφά­λεια στους κε­φα­λαιού­χους, με­ρι­μνά επί­σης, στο μέτρο του δυ­να­τού, για την ανε­ξαρ­τη­σία του ελ­λη­νι­κού έθνους και της ελ­λη­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης. Το μέλ­λον της Ελ­λά­δα επα­φί­ε­ται πλέον στη σύ­νε­ση που θα επι­δεί­ξει η ίδια. Αν επι­δο­θεί με ερ­γα­τι­κό­τη­τα, γα­λή­νη και ει­ρή­νη στο έργο της βελ­τί­ω­σης της διοί­κη­σής της, στην ανά­πτυ­ξη των αγρο­τι­κών της πόρων, στην εν­θάρ­ρυν­ση της νε­ό­τευ­κτης βιο­μη­χα­νί­ας της και στην επέ­κτα­ση των εμπο­ρι­κών της σχέ­σε­ων, η οι­κο­νο­μι­κή της κα­τά­στα­ση θα απο­κα­τα­στα­θεί τά­χι­στα, η ευ­ερ­γε­τι­κή της επιρ­ροή της θα εξα­πλω­θεί στο σύ­νο­λο της σφαί­ρας που της αντι­στοι­χεί και, συ­νε­πι­κου­ρού­με­νη σε αυτό το ευ­γε­νές έργο από τη ευ­μέ­νεια των Δυ­νά­με­ων, θα κα­τορ­θώ­σει, με την απαι­τού­με­νη επι­μο­νή και υπο­μο­νή, να κα­τα­κτή­σει στην ανα­το­λι­κή Ευ­ρώ­πη μια θέση εφά­μι­λη του έν­δο­ξου πα­ρελ­θό­ντος της».



Πρό­κει­ται για την ίδια ρη­το­ρι­κή που χρη­σι­μο­ποιεί ακόμα σή­με­ρα, στον 21ο αιώνα, η ευ­ρω­παϊ­κή επι­τρο­πή και οι κυ­βερ­νή­σεις των πι­στω­τριών χωρών.



Πηγές



- το δι­πλω­μα­τι­κό έγ­γρα­φο (στα γαλ­λι­κά) : Οι­κο­νο­μι­κή συμ­φω­νία με την Ελ­λά­δα, ερ­γα­σί­ες της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών που επι­φορ­τί­στη­κε με την προ­ε­τοι­μα­σία του σχε­δί­ου / Υπουρ­γείο Εξω­τε­ρι­κών – Πα­ρί­σι, 1898, 223 σε­λί­δες,
http://​gallica.​bnf.​fr/​ark:/​12148/​bpt​6k56​1344​3s/​f1.​item.​r=189​8%20G​r%C3%A8c​e%20C​ommi​ssio​n.​zoom

- το κεί­με­νο του ελ­λη­νι­κού νόμου με το οποίο κυ­ρώ­νο­νται και τί­θε­νται σε εφαρ­μο­γή οι εντο­λές της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών, «ΦΕΚ A 28/1898 Περί Διε­θνούς Ελέγ­χου, Νόμος ΒΦΙΘ»

http://​www.​et.​gr/​idocs-​nph/​search/​pdf​View​erFo​rm.​html?​arg​s=5C7​QrtC​22wF​2_​nGlnCu-​S3d​tvSo​ClrL​8cKm​Ies7​jI47​tIl9​LGdk​F53U​Ixsx​942C​dyqx​SQYN​uqAG​CF0I​fB9H​I6qS​YtMQ​EkEH​LwnF​qmgJ​SA5W​Islu​V-​nRw​O1oK​qSe4​BlOT​SpEW​Yhsz​F8P8​UqWb​_​zFi​jMEC​EZzd​tWqH​Lu6q​GrhH​fJI4​iC8o​9soj​lMCT​qVtK​ZzSB

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------





Αξί­ζει να ση­μειω­θεί ότι από τη δε­κα­ε­τία του 1870 και μετά, η Γερ­μα­νία και οι Γερ­μα­νοί τρα­πε­ζί­τες πα­ρεμ­βαί­νουν ολο­έ­να και πιο ενερ­γά στην πε­ριο­χή των Βαλ­κα­νί­ων και της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας. Η ήττα της Ελ­λά­δας στον πό­λε­μο του 1897 οφεί­λε­ται εν μέρει και στο γε­γο­νός ότι ο οθω­μα­νι­κός στρα­τός είχε στις τά­ξεις του γερ­μα­νούς αξιω­μα­τι­κούς (με­τα­ξύ των οποί­ων και κά­ποιοι στρα­τη­γοί) που του πα­ρεί­χε το Βε­ρο­λί­νο ως στρα­τιω­τι­κούς συμ­βού­λους. Τρα­πε­ζί­τες και κυ­βερ­νή­τες δρα­στη­ριο­ποιού­νταν τόσο στην Αθήνα όσο και στην Ιστα­μπούλ. Έτσι, δίπλα στις Με­γά­λες Δυ­νά­μεις που απάρ­τι­ζαν την Τρόι­κα και ήταν απα­ντα­χού πα­ρού­σες από την Ανε­ξαρ­τη­σία και μετά και έσπευ­σαν να επω­φε­λη­θούν από την ελ­λη­νι­κή ήττα για να ενι­σχύ­σουν την επιρ­ροή τους στην Αθήνα, βρί­σκου­με πλέον και τη Γερ­μα­νία[17].



Στον από­η­χο της συν­θή­κης ει­ρή­νης και του νέου δα­νεί­ου, μια νέα συμ­φω­νία, ανα­θε­ω­ρη­μέ­νη από την ΔΕΟ, επι­βάλ­λε­ται στην Ελ­λά­δα. Η Επι­τρο­πή εγκα­θί­στα­ται στην Αθήνα και ανα­λαμ­βά­νει τον έλεγ­χο ενός με­γά­λου μέ­ρους του ελ­λη­νι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού, ο οποί­ος εξα­κο­λου­θεί να χρη­σι­μο­ποιεί­ται για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους (βλ. το πα­ρα­πά­νω τμήμα με τίτλο: "το δά­νειο του 1898…"). Η κυ­βέρ­νη­ση δεν έχει το δι­καί­ω­μα να τρο­πο­ποι­ή­σει τους όρους χρή­σης αυτών των εσό­δων ή της φο­ρο­λο­γί­ας χωρίς τη συ­γκα­τά­θε­ση της ΔΕΟ. Αυτό προ­σι­διά­ζει αρ­κε­τά στη ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση... Η Επι­τρο­πή λει­τούρ­γη­σε μέχρι την κα­το­χή της Ελ­λά­δας από τη να­ζι­στι­κή Γερ­μα­νία το 1942 ![18]



Εκτός από την απο­ζη­μί­ω­ση που η Ελ­λά­δα όφει­λε να κα­τα­βά­λει στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία και απορ­ρο­φού­σαν εξο­λο­κλή­ρου οι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις, ένα με­γά­λο μέρος του νέου δα­νεί­ου έπρε­πε να χρη­σι­μο­ποι­η­θεί για τη συ­νέ­χι­ση των πλη­ρω­μών προς την Τρόι­κα του επα­χθούς δα­νεί­ου του 1833. Στη δε­κα­ε­τία του 1930, η Ελ­λά­δα εξο­φλού­σε ακόμα το δά­νειο του 1833. Σύμ­φω­να με τους υπο­λο­γι­σμούς των οι­κο­νο­μο­λό­γων Josefin Meyer, Carmen Reinhart και Christoph Trebesh (οι οποί­οι συμ­με­τέ­χουν συ­στη­μα­τι­κά σε έρευ­νες που διε­ξά­γο­νται είτει από είτε για λο­γα­ρια­σμό του ΔΝΤ), μόνο το 25% των χρη­μά­των που δα­νεί­στη­κε η Ελ­λά­δα στην πε­ρί­ο­δο 1894-1914 χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε για τα­κτι­κές δα­πά­νες (με εξαί­ρε­ση την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του χρέ­ους) και για επεν­δύ­σεις. Το 40% των ποσών που δα­νεί­στη­κε χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους και για τις αμοι­βές των τρα­πε­ζι­κών υπαλ­λή­λων. Το υπό­λοι­πο 35% χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε για στρα­τιω­τι­κές δα­πά­νες (ας μην ξε­χνά­με ότι οι βα­σι­κοί προ­μη­θευ­τές στρα­τιω­τι­κού υλι­κού ήταν οι με­γά­λοι πι­στω­τές της χώρας, κάτι που ου­δό­λως έχει αλ­λά­ξει από τότε)[19]. Σύμ­φω­να με τις δικές μας εκτι­μή­σεις, το με­ρί­διο των δα­νεί­ων που αφιε­ρώ­θη­κε στην εξυ­πη­ρέ­τη­ση τα­κτι­κών εξό­δων είναι σαφώς μι­κρό­τε­ρο του 25% και δεν φαί­νε­ται να υπερ­βαί­νει το 10 με 15%.



Συ­μπε­ρά­σμα­τα

(του μέ­ρους που αφιε­ρώ­θη­κε στις ανα­διαρ­θρώ­σεις των χρεών του 1878 και του 1898)



Βάσει των πα­ρα­πά­νω, το χρέος που προ­κύ­πτει από τις ανα­διαρ­θρώ­σεις του 1878 και 1898 θα πρέ­πει να θε­ω­ρη­θεί απε­χθές. Η ανα­διάρ­θρω­ση το 1878 δεν έκανε τί­πο­τε άλλο από το να υπο­χρε­ώ­νει την Ελ­λά­δα να συ­νε­χί­σει την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους της πε­ριό­δου 1824-1825, ενός πα­ρά­νο­μου χρέ­ους κα­θό­τι οι όροι του ήταν ιδιαί­τε­ρα δυ­σμε­νείς για τη χώρα και εξαι­ρε­τι­κά ευ­νοϊ­κοί για τους πι­στω­τές. Αυτή η ανα­διάρ­θρω­ση κα­θι­στού­σε επί­σης επα­χθή την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους και οδη­γού­σε ανα­πό­φευ­κτα σε μια νέα κρίση, η οποία και ξέ­σπα­σε το 1893. Η ανα­διάρ­θρω­ση του 1898 ενί­σχυ­σε ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρο το βαθμό κα­τα­να­γκα­σμού που ασκή­θη­κε στην κυ­βέρ­νη­ση και τον ελ­λη­νι­κό λαό, ει­δι­κό­τε­ρα μέσω της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών. Επέ­τρε­ψε δε στις έξι Με­γά­λες Δυ­νά­μεις να δη­μεύ­σουν ένα πολύ με­γά­λο μέρος των κρα­τι­κών εσό­δων, δια­τη­ρώ­ντας πα­ράλ­λη­λα την Ελ­λά­δα υπό κα­θε­στώς πλή­ρους εξάρ­τη­σης από τους πι­στω­τές της.



Το ακό­λου­θο σχό­λιο, που δη­μο­σιεύ­τη­κε στη γαλ­λι­κή εφη­με­ρί­δα Le Figaro το Μάιο του 1898 κα­τα­δει­κνύ­ει με σα­φή­νεια τη στρα­τη­γι­κή των πι­στω­τών : «Το πα­λαιό πο­λι­τι­κό ρητό έλεγε : Διαί­ρει και βα­σί­λευε. Στις μέρες μας, έχει εν μέρει αντι­κα­τα­στα­θεί από έναν νέο κα­νό­να : Δά­νει­σέ τους χρή­μα­τα για να τους δια­τη­ρή­σεις υπό την κυ­ριαρ­χία σου. Θα θέ­λα­με να με­λε­τή­σου­με, στις πε­ρι­πτώ­σεις της πτω­χής Ελ­λά­δας, όπως το κά­να­με ήδη και στην πε­ρί­πτω­ση της Αι­γύ­πτου, αυτή την εκλε­πτυ­σμέ­νη επι­νό­η­ση της μο­ντέρ­νας ιδιο­φυί­ας : ο έλεγ­χος του δα­νει­στή επί του οφει­λέ­τη αντι­κα­θι­στά τη βά­ναυ­ση κα­τά­κτη­ση μέσω της πα­λιάς ξι­φο­λόγ­χης, το νο­μι­κό συμ­βού­λιο με­τα­τρέ­πε­ται ανε­παί­σθη­τα σε συμ­βού­λιο κη­δε­μο­νί­ας, δια­κυ­βέρ­νη­σης αρ­χι­κά ήπιας και συλ­λο­γι­κής και στη συ­νέ­χεια σκλη­ρής και προ­σω­πο­πα­γούς, προς όφε­λος του πιο πλού­σιου, του πιο ισχυ­ρού, του πιο επι­δέ­ξιου εκ των δια­χει­ρι­στών και με­τό­χων. Θα θέ­λα­με να δούμε εν τη γε­νέ­σει του πώς πλέ­κε­ται και στε­νεύ­ει αυτός ο κλοιός του χρή­μα­τος, αυτή η βα­σι­λι­κή οδός που ο αιώ­νας μας με­τέ­τρε­ψε στο πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κό όπλο πο­λι­τι­κής υπε­ρο­χής»[20].



Είναι επί­σης ση­μα­ντι­κό να γίνει μια με­λέ­τη ικανή να κα­θο­ρί­σει ποιο μέρος του εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους (του χρέ­ους που κα­τα­βλή­θη­κε σε ξένο νό­μι­σμα στις ξένες χρη­μα­το­πι­στω­τι­κές αγο­ρές και πρέ­πει να δια­κρι­θεί από τα ελ­λη­νι­κά δά­νεια που συ­νά­φθη­καν σε εγ­χώ­ριο νό­μι­σμα) αγο­ρά­στη­κε από πλού­σιους Έλ­λη­νες οι οποί­οι είτε διέ­με­ναν στην Ελ­λά­δα είτε απο­τε­λού­σαν μέρος της εύ­πο­ρης ελ­λη­νι­κής ομο­γέ­νειας στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, την Αλε­ξάν­δρεια, τη Σμύρ­νη ή το Πα­ρί­σι[21]. Το βέ­βαιο είναι ότι αυτές οι ισχυ­ρές ελ­λη­νι­κές ελίτ είχαν επεν­δύ­σει ση­μα­ντι­κό μέρος του πλού­του τους σε ελ­λη­νι­κά χρε­ό­γρα­φα. Και τούτο ση­μαί­νει ότι δεν είχαν κα­νέ­να συμ­φέ­ρον να προ­τεί­νουν στους φί­λους τους, δη­λα­δή στα στε­λέ­χη δια­δο­χι­κών ελ­λη­νι­κών κυ­βερ­νή­σε­ων, να υιο­θε­τή­σουν μια σθε­να­ρή στάση απέ­να­ντι στους πι­στω­τές.



(βλ. τα συ­μπε­ρά­σμα­τα αυτού του άρ­θρου και το τέλος του τμή­μα­τος που απο­κο­λου­θεί με τα απο­σπά­σμα­τα από το βι­βλίο του Κων­στα­ντί­νου Τσου­κα­λά).



-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Κά­ποια στοι­χεία προς κα­τα­νό­η­ση των κοι­νω­νι­κών και πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων στην Ελ­λά­δα στις πα­ρα­μο­νές του Πρώ­του Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου



Απο­σπά­σμα­τα από το βι­βλίο του Κωνσ­στα­ντί­νου Τσου­κα­λά, La Grèce de l’indépendance aux colonels [Η Ελ­λά­δα από την Ανε­ξαρ­τη­σία μέχρι το πρα­ξι­κό­πη­μα των συ­νταρ­μα­ταγ­χών], εκδ. Maspero, Πα­ρί­σι, 1970[22]. Τα απο­σπά­σμα­τα δί­νουν μια ιδέα της ανά­πτυ­ξης των κοι­νω­νι­κών κι­νη­μά­των και των με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων που συ­ντε­λέ­στη­καν στο πλαί­σιο της ύστε­ρης συ­γκρό­τη­σης ενός πε­ρι­φε­ρεια­κού κα­πι­τα­λι­στι­κού κρά­τους.



«Η συ­νε­χής αύ­ξη­ση των φόρων και των βα­σι­κών κα­τα­να­λω­τι­κών ειδών επι­βά­ρυ­νε κυ­ρί­ως την ερ­γα­τι­κή και τη με­σαία τάξη, οι οποί­ες είχαν ήδη αρ­χί­σει να ορ­γα­νώ­νο­νται σε εμπο­ρι­κές ενώ­σεις και συν­δι­κά­τα. Τον Μάρ­τιο του 1909, χι­λιά­δες κα­τα­στη­μα­τάρ­χες δια­δή­λω­σαν βίαια, σε Αθήνα και Πει­ραιά, ενά­ντια στην άνιση κα­τα­νο­μή των φόρων. Την 14η Σε­πτεμ­βρί­ου 1909, η Αθήνα δο­νή­θη­κε από μια τε­ρά­στια δια­δή­λω­ση άνω των 50.000 ατό­μων (η πόλη αριθ­μού­σε λι­γό­τε­ρο από 200.000 κα­τοί­κους). Δη­λώ­νο­ντας αμέ­ρι­στη πίστη στην ‘επα­νά­στα­ση’, οι διεκ­δι­κή­σεις των Αθη­ναί­ων πή­γαι­ναν πολύ πιο μα­κριά από τις προ­θέ­σεις των αξιω­μα­τι­κών [της νέας αρχής που μόλις είχε ανα­λά­βει τη δια­κυ­βέρ­νη­ση της χώρας]. Απαι­τού­σαν την εφαρ­μο­γή ενός συ­στή­μα­τος προ­ο­δευ­τι­κού φόρου ει­σο­δή­μα­τος, τη λήψη μέ­τρων για την προ­στα­σία της πα­ρα­γω­γής, μια διοι­κη­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση που θα επέ­τρε­πε τη δη­μιουρ­γία δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών και την κα­τάρ­γη­ση του ισχύ­ο­ντος κα­θε­στώ­τος κα­τα­νο­μής των δη­μο­σί­ων θέ­σε­ων στα μέλη του κυ­βερ­νώ­ντος κόμ­μα­τος. Απαι­τού­σαν επί­σης τη βελ­τί­ω­ση του βιω­τι­κού επι­πέ­δου των ερ­γα­ζο­μέ­νων, τη δια νόμου απα­γό­ρευ­ση της το­κο­γλυ­φί­ας και την ανα­γω­γή της σε αδί­κη­μα. Ανα­δεί­κνυαν μια τα­ξι­κή αντί­θε­ση η οποία, πο­λι­τι­κά, είχε πα­ρα­μεί­νει επί μα­κρόν ανέκ­φρα­στη. Την ίδια στιγ­μή, η ορ­γά­νω­ση των ερ­γα­τών είχε κα­τα­γρά­ψει ση­μα­ντι­κές πρό­δους χάρη στη δη­μιουρ­γία πλή­θους συν­δι­κά­των, ενώ η δυ­σα­ρέ­σκεια των αγρο­τών είχε εντα­θεί από το 1898, έτος κατά το οποίο η κρίση του εμπο­ρί­ου στα­φί­δας, που απο­τε­λού­σε στα­θε­ρή πηγή εξα­γω­γών, είχε βυ­θί­σει στην εξα­θλί­ω­ση μια ση­μα­ντι­κή με­ρί­δα αγρο­τι­κού πλη­θυ­σμού. Η ανα­τα­ρα­χή ήταν ιδιαί­τε­ρα έντο­νη στη Θεσ­σα­λία, όπου το αί­τη­μα για μια με­ταρ­ρύθ­μι­ση του συ­στή­μα­τος με­γά­λης γαιο­κτη­σί­ας που είχε κλη­ρο­δο­τη­θεί από τους Τούρ­κους, πυ­ρο­δό­τη­σε κατά την πε­ρί­ο­δο 1905-1910 μια σειρά αγρο­τι­κών εξε­γέρ­σε­ων οι οποί­ες πνί­γη­καν στο αίμα.»



«Οι εκλο­γές που ακο­λού­θη­σαν, εν έτει 1910, ήταν ένας θρί­αμ­βος για το νέο Κόμμα των Φι­λε­λευ­θέ­ρων. Ο Βε­νι­ζέ­λος σχη­μά­τι­σε το πρώτο του υπουρ­γι­κό συμ­βού­λιο με σχε­δόν εξ ολο­κλή­ρου νέα πρό­σω­πα, και αυτό ήταν η αρχή μιας πε­ριό­δου εντα­τι­κής ανοι­κο­δό­μη­σης και ρι­ζι­κών με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων.»



«Ανα­γκαία προ­ϋ­πό­θε­ση για την εφαρ­μο­γή του με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κού προ­γράμ­μα­τος των φι­λε­λευ­θέ­ρων ήταν η ανα­θε­ώ­ρη­ση του Συ­ντάγ­μα­τος. Το Σύ­νταγ­μα του 1864 ανα­θε­ω­ρή­θη­κε πλή­ρως, για να δια­σφα­λί­σει τις ατο­μι­κές ελευ­θε­ρί­ες και να θέσει τις βά­σεις ενός ‘κρά­τους δι­καί­ου’. Πα­ρ’ό­λα αυτά, μο­λο­νό­τι επί­ση­μα τα προ­νό­μια της μο­ναρ­χί­ας μειώ­θη­καν, οι πραγ­μα­τι­κές δι­καιο­δο­σί­ες του βα­σι­λιά πα­ρέ­με­ναν ασα­φείς, κάτι που έμελε να έχει εκρη­κτι­κές συ­νέ­πειες.»



«Στη­ρι­ζό­με­νος στο νέο συ­νταγ­μα­τι­κό πλαί­σιο, ο Βε­νι­ζέ­λος προ­έ­βη στην εφαρ­μο­γή ενός εντυ­πω­σια­κού νο­μο­θε­τι­κού προ­γράμ­μα­τος. Η αγρο­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση ήταν το πιο επεί­γον και το πιο δύ­σκο­λα επι­λύ­σι­μο πρό­βλη­μα. Μια συ­νταγ­μα­τι­κή τρο­πο­λο­γία, η οποία επέ­τρε­πε την απαλ­λο­τρί­ω­ση δια απο­ζη­μί­ω­σης, ψη­φί­στη­κε το 1911, παρά και ενά­ντια στις έντο­νες αντι­δρά­σεις της ακόμα ισχυ­ρής τάξης των με­γα­λο­γαιο­κτη­μό­νων.»



«Απα­γό­ρευ­ση δή­μευ­σης χα­μη­λών μι­σθών για χρέη (1909), ανα­γνώ­ρι­ση των συν­δι­κα­λι­στι­κών ομο­σπον­διών Αθή­νας και Πει­ραιά (1910), υπο­χρε­ω­τι­κή αργία την Κυ­ρια­κή (1910), θέ­σπι­ση μια νέας και τα­χεί­ας δια­δι­κα­σί­ας για τη διευ­θέ­τη­ση των δια­φο­ρών με­τα­ξύ ερ­γα­ζο­μέ­νων και ερ­γο­δο­σί­ας (1912), απα­γό­ρευ­ση των μι­κτών συν­δι­κά­των ερ­γα­ζο­μέ­νων και ερ­γο­δο­τών (1914), άδεια στα νε­ο­σύ­στα­το συν­δι­κά­τα να δια­πραγ­μα­τεύ­ο­νται και να υπο­γρά­φουν συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις. Τέλος, ένα πρό­γραμ­μα υπο­χρε­ω­τι­κής ασφά­λι­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων ει­σή­χθη το 1914.

Το φο­ρο­λο­γι­κό σύ­στη­μα ανα­διορ­γα­νώ­θη­κε επί­σης σε μια πιο ισό­τι­μη βάση. Μια προ­ο­δευ­τι­κή φο­ρο­λο­γία ει­σο­δή­μα­τος θε­σπί­στη­κε το 1911, ενώ τα δι­καιώ­μα­τα κλη­ρο­νο­μιάς ανα­θε­ω­ρή­θη­καν και οι σχε­τι­κοί φόροι αυ­ξή­θη­καν ση­μα­ντι­κά το 1914.»



Μετά τον Πρώτο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο και την ήττα της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας, της Γερ­μα­νί­ας και της Αυ­στρο-ουγ­γα­ρί­ας, η μο­ναρ­χία και οι άρ­χου­σες τά­ξεις της Ελ­λά­δας πί­στε­ψαν ότι βρί­σκο­νται στα πρό­θυ­ρα υλο­ποί­η­σης της ‘Με­γά­λης ιδέ­α­ς’, δη­λα­δή της προ­σάρ­τη­σης στην Ελ­λά­δα μέ­ρους της τουρ­κι­κής Μι­κράς Ασίας. Αυτό τις ώθησε σε μια κα­τα­στρο­φι­κή πε­ρι­πέ­τεια το 1922, η οποία άρ­χι­σε με την επί­θε­ση του ελ­λη­νι­κού στρα­τού στην τουρ­κι­κή επι­κρά­τεια και ολο­κλη­ρώ­θη­κε με μια βαριά στρα­τιω­τι­κή ήττα και κυ­ριό­τε­ρα μια με­γά­λη απώ­λεια σε αν­θρώ­πι­νες ψυχές.



Το 1922, «η από­πει­ρα γε­νι­κής επί­θε­σης κατά της Άγκυ­ρας, προ­πύρ­γιο του Κεμάλ Ατα­τούρκ, κα­τέ­λη­ξε σε κα­τα­στρο­φή. Τον Αύ­γου­στο του 1922, ο κα­τα­τρο­πω­μέ­νος ελ­λη­νι­κός στρα­τός υπο­χω­ρεί άτα­κτα στην αντε­πί­θε­ση των Τούρ­κων, οι οποί­οι διώ­κουν τους επι­ζώ­ντες μέχρι τη θά­λασ­σα, σφα­γιά­ζουν χι­λιά­δες Έλ­λη­νες ως αντί­ποι­να και, τε­λι­κά, πυρ­πο­λούν τη Σμύρ­νη εν τω μέσω γε­νι­κευ­μέ­νουν χάους. Εκα­το­ντά­δες χι­λιά­δες Έλ­λη­νες ανα­γκά­στη­καν να κα­τα­φύ­γουν στα γει­το­νι­κά νησιά ή στην ηπει­ρω­τι­κή Ελ­λά­δα.»



«Το απο­τέ­λε­σμα δέκα χρό­νων αλ­λε­πάλ­λη­λων πο­λέ­μων (1912-1922) ήταν η δη­μιουρ­γία μιας χώρας εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κής απ’ό,τι πριν. Η ελ­λη­νι­κή επι­κρά­τεια δι­πλα­σιά­στη­κε, ενώ η αύ­ξη­ση του πλη­θυ­σμού ήταν ακόμα πιο εντυ­πω­σια­κή. Το ενά­μι­ση εκα­τομ­μύ­ριο πρό­σφυ­γες, των οποί­ων η κοι­νω­νι­κή και οι­κο­νο­μι­κή εν­σω­μά­τω­ση απο­τέ­λε­σε το πιο σο­βα­ρό και επεί­γον πρό­βλη­μα της χώρας, άλ­λα­ξε άρδην τη σύ­στα­ση του πλη­θυ­σμού. Τα πο­σο­στά του αστι­κού πλη­θυ­σμού εκι­νά­χτη­καν, ιδιαί­τε­ρα στην πε­ριο­χή της Αθή­νας και σε ορι­σμέ­νες με­γά­λες πό­λεις, για να δη­μιουρ­γη­θεί έτσι, για πρώτη φορά, ένα ση­μα­ντι­κό αστι­κό προ­λε­τα­ριά­το. Ενώ το 1908, μόνο το 24% του πλη­θυ­σμού ζούσε σε πό­λεις άνω των 5.000 κα­τοί­κων, το πο­σο­στό ανήλ­θε στο 27% το 1920 και στο 33% το 1928. Από το 1920 έως το 1928, ο αριθ­μός των κα­τοί­κων της Αθή­νας πέ­ρα­σε από τις 452.919 στις 801.622.»



«Ο κό­σμος των αστι­κών κέ­ντρων είχε επί­σης με­τα­σχη­μα­τι­στεί ρι­ζι­κά μετά τον πό­λε­μο. Οι πο­λυ­ε­τείς αγώ­νες, η επί­δρα­ση της Ρω­σι­κής Επα­νά­στα­σης και, κυ­ρί­ως, οι τρα­γι­κές συν­θή­κες δια­βί­ω­σης των προ­σφύ­γων στις πό­λεις έκα­ναν την ερ­γα­τι­κή τάξη να ορ­γα­νω­θεί σε μια πιο ρι­ζο­σπα­στι­κή βάση. Τον Νο­έμ­βριο του 1918 δη­μιουρ­γή­θη­κε η Γε­νι­κή Συ­νο­μο­σπον­δία Συν­δι­κά­των και μια βδο­μά­δα αρ­γό­τε­ρα το ελ­λη­νι­κό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, το οποίο θα γίνει μέλος της Κο­μι­ντέρν το 1922 και δύο χρό­νια αρ­γό­τε­ρα θα με­τα­τρα­πεί σε Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα Ελ­λά­δας.»



«Η πλή­ρης πα­ρακ­μή και απο­σύν­θε­ση της Οθω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας και η κα­τά­τμη­ση της Αι­γύ­πτου στο δεύ­τε­ρο μισό του 19ου αιώνα επέ­τρε­ψαν στις δυ­τι­κές δυ­νά­μεις να τους επι­βά­λουν ένα οιο­νεί αποι­κια­κό κα­θε­στώς. Με­τα­ξύ των με­γα­λύ­τε­ρων επω­φε­λού­με­νων ήταν και οι Έλ­λη­νες έμπο­ροι και τρα­πε­ζί­τες, ενώ κατά την πε­ρί­ο­δο 1880-1910, τε­ρά­στιες πε­ριου­σί­ες δη­μιουρ­γή­θη­καν στη πε­ρι­φέ­ρεια της Με­σο­γεί­ου. Η ρω­σι­κή επα­νά­στα­ση εκ­δί­ω­ξε τους Έλ­λη­νες που είχαν εγκα­τα­στα­θεί στην Ου­κρα­νία και η κρίση του 1922 τους έκανε να απο­χω­ρή­σουν από την Τουρ­κία και την Βουλ­γα­ρία. Η θέση τους ωστό­σο δεν απει­λή­θη­κε στην Αί­γυ­πτο και, σε κά­ποιο βαθμό, στη Ρου­μα­νία, όπου Έλ­λη­νες με με­γά­λη οι­κο­νο­μι­κή επι­φά­νεια και επιρ­ροή συ­νέ­χι­σαν να πλου­τί­ζουν. Είναι αξιο­ση­μεί­ω­το ότι πολ­λοί από τους στε­νούς συμ­βού­λους του Βε­νι­ζέ­λου στον οι­κο­νο­μι­κό και τρα­πε­ζι­κό τομέα ανή­καν σε αυτήν την κα­τη­γο­ρία. Αυτό αναμ­φί­βο­λα εξη­γεί και το γιατί ο Βε­νι­ζέ­λος ευ­θυ­γραμ­μί­στη­κε τόσο πρό­θυ­μα με τα δι­πλω­μα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα του βρε­τα­νι­κού και του γαλ­λι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού. Κα­τα­νο­ού­με επί­σης τους εν­δοια­σμούς του με­γά­λου ελ­λη­νι­κού κε­φα­λαί­ου να επι­κε­ντρώ­σει το εν­δια­φέ­ρον του στην ανά­πτυ­ξη της χώρας.»



------------------------------------------------------------------------------------------------------





Το χρέος από τη δε­κα­ε­τία του 1920 μέχρι τον Β΄ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο



Η ήττα της στρα­τιω­τι­κής εκ­στρα­τεί­ας που επι­χεί­ρη­σε η Ελ­λά­δα στα τουρ­κι­κά εδάφη το 1922 είχε δρα­μα­τι­κές συ­νέ­πειες για τον άμαχο πλη­θυ­σμό. Πε­ρί­που 1,5 εκα­τομ­μύ­ριο Έλ­λη­νες που ζού­σαν στην Τουρ­κία έπρε­πε να δια­σχί­σουν το Αι­γαίο και να με­τα­βούν το συ­ντο­μό­τε­ρο δυ­να­τό σε μια χώρα που μόλις είχε χάσει το μέρος της οθω­μα­νι­κής επι­κρά­τειας που την είχε πα­ρα­χω­ρη­θεί μετά τον Πρώτο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο με τη Συν­θή­κη των Σε­βρών. Αυτή η μα­ζι­κή προ­σέ­λευ­ση προ­σφύ­γων έκανε τις αρχές να ζη­τή­σουν οι­κο­νο­μι­κή βο­ή­θεια από την Κοι­νω­νία των Εθνών, πρό­γο­νο του ΟΗΕ, η οποία κατά την πε­ρί­ο­δο 1924-1928 πα­ρεί­χε στην Ελ­λά­δα δά­νεια των οποί­ων το συ­νο­λι­κό ποσό αντι­στοι­χού­σε στο 20% του ΑΕΠ της χώρας. Η Κοι­νω­νία των Εθνών απαί­τη­σε ως αντάλ­λαγ­μα τη συ­νέ­χι­ση της εφαρ­μο­γής μιας πο­λι­τι­κής σκλη­ρής λι­τό­τη­τας. Η εκ­προ­σώ­πευ­ση στην Ελ­λά­δα της Κοι­νω­νί­ας των Εθνών, όπως και της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών που είχε δη­μιουρ­γη­θεί το 1898, κυ­ριαρ­χού­νταν από τις με­γά­λες δυ­νά­μεις και ει­δι­κό­τε­ρα την Με­γά­λη Βρε­τα­νία.



Η απο­πλη­ρω­μή των δα­νεί­ων που χο­ρή­γη­σε η ΚτΕ προ­στέ­θη­κε σε μια σειρά άλλων υπο­χρε­ώ­σε­ων : τη συ­νέ­χι­ση της εξό­φλη­σης στη Με­γά­λη Βρε­τα­νία και τη Γαλ­λία του υπο­λοί­που του χρέ­ους του 1833 (η Ρωσία είχε πάψει να απο­πλη­ρώ­νε­ται από την επα­νά­στα­ση των Μπολ­σε­βί­κων το 1917), την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους του 1898, την εξό­φλη­ση των πο­λε­μι­κών δα­νεί­ων που είχε λάβει κατά τη διάρ­κεια του Πρώ­του Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου από τη Με­γά­λη Βρε­τα­νία, τις Ηνω­μέ­νες Πο­λι­τεί­ες, τον Κα­να­δά και τη Γαλ­λία (δά­νεια πο­λέ­μου που αντι­προ­σώ­πευαν το 55% του ελ­λη­νι­κού ΑΕΠ)[23]. Το σύ­νο­λο των χρεών που όφει­λε να κα­τα­βά­λει η Ελ­λά­δα ξε­περ­νού­σε το 100% του ΑΕΠ της, ενώ το ετή­σιο ποσό που κα­τέ­βα­λε αντι­προ­σώ­πευε πε­ρισ­σό­τε­ρο από το 30% των εσό­δων του ελ­λη­νι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού και πε­ρί­που το 10% του ΑΕΠ. Όλα αυτά δί­νουν μια ιδέα τόσο για τις προ­σπά­θειες που κα­λού­νταν να κάνει όσο και για τα βάρη που είχε επω­μι­στεί ο ελ­λη­νι­κός λαός και η οι­κο­νο­μία της χώρας.



Όσο η διε­θνής οι­κο­νο­μία βρι­σκό­ταν σε φάση ανά­πτυ­ξης, όπως συ­νέ­βη κατά την πε­ρί­ο­δο 1898-1913 και τη δε­κα­ε­τία του 1920, η Ελ­λά­δα κα­τά­φερ­νε να πε­τύ­χει ένα πρω­το­γε­νές πλε­ό­να­σμα στον προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό της και να εξα­σφα­λί­ζει την κα­τα­βο­λή των δα­νεια­κών της δό­σε­ων (δη­λα­δή, υπό τον αυ­στη­ρό έλεγ­χο της ΔΕΟ, κα­τά­φε­ρε να αντλεί πε­ρισ­σό­τε­ρα έσοδα από τις δα­πά­νες της πέραν της εξυ­πη­ρέ­τη­σης του χρέ­ους, κάτι που της επέ­τρε­πε να χρη­σι­μο­ποιεί αυτό το πλε­ό­να­σμα για τις απο­πλη­ρω­μές της). Η Ελ­λά­δα κα­τέ­γρα­φε επί­σης εισ­ρο­ές κε­φα­λαί­ων όπως σε κάθε πε­ρί­ο­δο ανά­πτυ­ξης της πα­γκό­σμιας οι­κο­νο­μί­ας. Οι δε πι­στω­τές της τής χο­ρη­γού­σαν νέες πι­στώ­σεις για να μπο­ρεί να εξο­φλεί τις πα­λαιό­τε­ρες.



Η κα­τά­στα­ση άλ­λα­ξε δρα­μα­τι­κά από το 1930-1931 και μετά, όταν έγι­ναν αι­σθη­τές οι επι­πτώ­σεις της διε­θνούς κρί­σης που είχε ξε­σπά­σει στην Wall Street τον Οκτώ­βριο του 1929. Η Ελ­λά­δα βλέ­πει και πάλι να εξα­νε­μί­ζο­νται τα έσοδά της από τις εξα­γω­γές (κυ­ρί­ως από την πώ­λη­ση κα­πνού και κο­ριν­θια­κής στα­φί­δας), ενώ πα­ράλ­λη­λα ένα μέρος των ελ­λη­νι­κών τρα­πε­ζών δη­λώ­νει πτώ­χευ­ση και το ελ­λη­νι­κό νό­μι­σμα υπο­τι­μά­ται κατά 50% μετά την από­φα­ση της Με­γά­λης Βρε­τα­νί­ας να ανα­στεί­λει το σύ­στη­μα συ­ναλ­λα­γών με βάση τα απο­θέ­μα­τα χρυ­σού (Gold Standard)[24]. Η υπο­τί­μη­ση οδη­γεί αυ­τό­μα­τα σε δι­πλα­σια­σμό του εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους της χώρας που εκ­φρα­ζό­ταν σε εθνι­κό νό­μι­σμα. Ως εκ τού­του, το κρά­τος ήταν ανα­γκα­σμέ­νο να δι­πλα­σιά­σει το ποσό των εσό­δων που προ­ο­ρι­ζο­νταν για την πλη­ρω­μή του εξω­τε­ρι­κού χρέ­ους σε ξένο νό­μι­σμα. Έτσι, το 1932, η Ελ­λά­δα ανα­γκά­ζε­ται να ανα­στεί­λει εν μέρει την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους της.



Γι ακόμα μια φορά, αν εστιά­σου­με στην Ελ­λά­δα απο­μο­νώ­νο­ντάς την από τα διε­θνή συμ­φρα­ζό­με­να, θα κα­τα­λή­ξου­με να πα­ρερ­μη­νεύ­ου­με τα ίδια τα γε­γο­νό­τα, όπως έκα­ναν αρ­κε­τοί σχο­λια­στές. Πρέ­πει λοι­πόν να λά­βου­με υπόψη μας ότι το 1932 η Με­γά­λη Βρε­τα­νία, η Γαλ­λία, το Βέλ­γιο, η Ιτα­λία και άλλες χώρες απο­φά­σι­σαν να ανα­στεί­λουν την εξό­φλη­ση των πο­λε­μι­κών χρεών τόσο με­τα­ξύ τους όσο και προς τις Ηνω­μέ­νες Πο­λι­τεί­ες. Η δε Γερ­μα­νία ανα­στέλ­λει την πλη­ρω­μή του χρέ­ους της προς τους ιδιώ­τες πι­στω­τές από τον Φε­βρουά­ριο του 1932, ενώ τον Μάιο του 1933 ανα­κοι­νώ­νει γε­νι­κή ανα­στο­λή πλη­ρω­μών προς το σύ­νο­λο των πι­στω­τών. Σε ανα­στο­λή πλη­ρω­μών βρί­σκο­νται επί­σης η Ουγ­γα­ρία, η Λε­το­νία, η Ρου­μα­νία και η Γιου­γκο­σλα­βία, καθώς και 14 χώρες της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής. Κάτι που απο­σιω­πά­ται συ­στη­μα­τι­κά από τα ΜΜΕ είναι ότι ακόμη και μετά το μο­ρα­τό­ριουμ που κή­ρυ­ξε το 1932, η Ελ­λά­δα εξα­κο­λου­θεί να απο­πλη­ρώ­νει το χρέος της υπό τις ισχυ­ρές πιέ­σεις της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών.



Απο­λο­γι­σμός του έργου της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών



Στο άρθρο της εφη­με­ρί­δας Le Monde που πα­ρα­θέ­σα­με στην αρχή του άρ­θρου μας δια­βά­ζου­με σχε­τι­κά με τον απο­λο­γι­σμό της ΔΕΟ : «Ο απο­λο­γι­σμός της πα­ρ’ό­λα αυτά απέ­χει πολύ από το να είναι αρ­νη­τι­κός : βοηθά το νε­οι­δρυ­θέν ελ­λη­νι­κό κρά­τος να ανα­λά­βει τον έλεγ­χο των φο­ρο­λο­γι­κών εσό­δων του και να πε­ριο­ρί­σει την υπε­ξαί­ρε­ση ξένων κε­φα­λαί­ων από την το­πι­κή ελίτ. Συμ­βάλ­λει επί­σης στην δρο­μο­λό­γη­ση με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων ανα­γκαί­ων για τον εκ­συγ­χρο­νι­σμό της χώρας.» Είναι απο­ρί­ας άξιο πώς μπο­ρεί να γρά­φει κα­νείς κάτι τέ­τοιο. Ασκώ­ντας μια διαρ­κή και στυ­γνή επι­βο­λή στα οι­κο­νο­μι­κά της Ελ­λά­δας προς όφε­λος των πι­στω­τών, η ΔΕΟ εμπό­δι­σε συ­νει­δη­τά τη χώρα να κα­θο­ρί­σει ένα πρό­γραμ­μα ανά­πτυ­ξης και την δια­τή­ρη­σε σε μια σχέση δο­μι­κής υπο­τα­γής και υπο­τέ­λειας.



Σύμ­φω­να με τους Meyer, Reinhart και Trebesch, η πραγ­μα­τι­κή από­δο­ση για τους κα­τό­χους τί­τλων ελ­λη­νι­κού χρέ­ους που αγο­ρά­στη­καν στο εξω­τε­ρι­κό, εκ­φρά­ζο­νταν σε ξένα νο­μί­σμα­τα και πε­ρι­ήλ­θαν κά­ποια στιγ­μή σε κα­θε­στώς ανα­στο­λής πλη­ρω­μών, κυ­μαί­νε­ται με­τα­ξύ +1% και +5%. Είναι μια πολύ υψηλή από­δο­ση για δη­μό­σιο χρέος μιας χώρας που πε­ρι­γρά­φε­ται σαν κα­κο­πλη­ρω­τής ! Πώς όμως εξη­γεί­ται μια τόσο θε­τι­κή από­δο­ση ; Τα πραγ­μα­τι­κά επι­τό­κια ήταν υψηλά, το από­θε­μα του χρέ­ους δεν απο­μειώ­θη­κε και, παρά τις επα­νει­λημ­μέ­νες ανα­στο­λές πλη­ρω­μών, η χώρα συ­νέ­χι­ζε κατά καν΄να να εξο­φλεί. Έτσι, ακόμη και κατά τη διάρ­κεια της Με­γά­λης Ύφε­σης της δε­κα­ε­τί­ας του 1930, η Ελ­λά­δα, καί­τοι επί­ση­μα βρι­σκό­ταν σε με­ρι­κή ανα­στο­λή πλη­ρω­μών, αφιέ­ρω­νε το ένα τρίτο των εσό­δων του κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού της για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους, κάτι που αντι­στοι­χεί στο 9% του ελ­λη­νι­κού ΑΕΠ, ενώ κατά την ίδια πε­ρί­ο­δο η Ρου­μα­νία και η Βουλ­γα­ρία αφιέ­ρω­ναν αντί­στοι­χα 2,3% και 3% του ΑΕΠ τους για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του χρέ­ους τους.



Επί­λο­γος



Η ανά­λυ­ση που επι­χει­ρή­σα­με σε αυτό το άρθρο δεν απο­σκο­πεί σε καμία πε­ρί­πτω­ση στο να απαλ­λά­ξει τις ελ­λη­νι­κές κυ­βερ­νή­σεις και την ελ­λη­νι­κή άρ­χου­σα τάξη από τις ευ­θύ­νες που τους ανα­λο­γούν. Αντί­θε­τα, η από­φα­ση τους να υπο­κύ­ψουν στις απαι­τή­σεις των πι­στω­τών και των με­γά­λων δυ­νά­με­ων είχε τρο­με­ρές συ­νέ­πειες για τον ελ­λη­νι­κό λαό. Εξει­δι­κευ­μέ­νη στους το­μείς των χρη­μα­το­πι­στω­τι­κών συ­ναλ­λα­γών και του διε­θνούς εμπο­ρί­ου, η τάξη των ελ­λή­νων κα­πι­τα­λι­στών ήταν μια αστι­κή τάξη με ερεί­σμα­τα και συμ­φέ­ρο­ντα που ξε­περ­νού­σαν κατά πολύ την ελ­λη­νι­κή επι­κρά­τεια, δεν είχε ποτέ ούτε ένα εθνι­κό σχέ­διο δρά­σης ούτε τη βού­λη­ση να προ­ω­θή­σει μια εθνι­κή ανά­πτυ­ξη στη βάση ενός πραγ­μα­τι­κού βιο­μη­χα­νι­κού ιστού. Τα συμ­φέ­ρο­ντά της ήταν άρ­ρη­κτα συν­δε­δε­μέ­να με τα συμ­φέ­ρο­ντα των πι­στω­τών. Ενί­ο­τε, ήταν ανα­πό­σπα­στο τμήμα αυτών των πι­στω­τών, εξ ου και η σύ­μπλευ­ση και συ­νέρ­γειά της με τους εκ­προ­σώ­πους των πι­στω­τριών δυ­νά­με­ων. Πρό­κει­ται για ένα πάγιο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της από το 19ο αιώνα μέχρι και σή­με­ρα.



Κατά την πε­ρί­ο­δο που εξε­τά­σα­με εδώ, η Ελ­λά­δα τε­λού­σε διαρ­κώς υπό την κυ­ριαρ­χία των ευ­ρω­παϊ­κών δυ­νά­με­ων. Το εξω­τε­ρι­κό χρέος απο­τέ­λε­σε ένα μό­νι­μο όπλο για την άσκη­ση αυτής της κυ­ριαρ­χί­ας. και τούτο, παρό το γε­γο­νός ότι το χρέος αυτό ήταν σαφώς πα­ρά­νο­μο, αθέ­μι­το και επα­χθές.



Δεί­ξα­με επί­σης ότι οι εκ­φάν­σεις των επα­να­λαμ­βα­νό­με­νων κρί­σε­ων χρέ­ους σχε­τί­ζο­νται σε με­γά­λο βαθμό με τα διε­θνή οι­κο­νο­μι­κά και πο­λι­τι­κά συμ­φρα­ζό­με­να, καθώς και ότι πολ­λές άλλες χώρες της πε­ρι­φέ­ρειας υπο­τά­χθη­καν στην ίδια λο­γι­κή. Θα πρέ­πει λοι­πόν να συ­νε­χί­σου­με την ανά­λυ­ση από άλλη σκο­πιά και με άλλη στό­χευ­ση και να απο­δώ­σου­με δι­καιο­σύ­νη σε όλους τους λαούς που κα­θυ­πο­τά­χτη­καν μέσω του χρέ­ους.



Βι­βλιο­γρα­φία 2ου μέ­ρους


Μπε­λο­γιάν­νης Νίκος, Το ξένο κε­φά­λαιο στην Ελ­λά­δα, Άγρα, Αθήνα, 2010. Βλ. ει­δι­κό­τε­ρα το κε­φά­λαιο : «Η πτώ­χευ­ση της Ελ­λά­δας το 1843», σε ελέ­υ­θε­ρη πρό­σβα­ση :http://​iskra.​gr/​index.​php?​option=com_​content&​vie​w=art​icle&​id=1010:-​1833-&​catid=55:​an-​oikonomia&​Itemid=283
Επι­τρο­πή Αλή­θειας Δη­μο­σί­ου Χρέ­ους, Προ­κα­ταρ­κτι­κή Έκ­θε­ση, Αθήνα 2015 :http://​debt-​truth.​gr/​wp-​content/​uploads/​2015/​07/​Report_​GR_​final.​pdf
Delorme, Olivier, La Grèce et les Balkans, du Ve siècle à nos jours, 3 τ., Gallimard, Πα­ρί­σι, 2013
Driault Edouard & Lhéritier Michel, Histoire diplomatique de la Grèce de 1821 à nos jours, 5 τ., Presses universitaires de France, Πα­ρί­σι, 1926.
Levandis John A., The Greek Foreign Debt and the Great Powers, 1821-1898, Columbia University Press, Νέα Υόρκη, 1944.
Luxembourg Rosa, L’accumulation du capital, Maspero, Πα­ρί­σι, (1913) 1969.
Mandel Ernest, Le troisième âge du capitalisme, La Passion, Πα­ρί­σι, (1972) 1997.
Mandel Ernest, Long Waves of Capitalist Development, The Marxist Interpreta­tion, Based on the Marshall Lectures given at the University of Cambridge, Cambridge University Press & Editions de la Maison des Sciences de l’Homme, Πα­ρί­σι, 1978.
Marichal, Carlos, A Century of Debt crises in Latin America, Prince­ton University Press, Πρίν­στον, 1989.
Marx–Engels, La crise, 10/18, Πα­ρί­σι, 1978.
Ministère des affaires étrangères de la France. Arrangement financier avec la Grèce: travaux de la Commission internationale chargée
de la préparation du projet, Πα­ρί­σι, 1898, 223 σε­λί­δες. Σε ελεύ­θε­ρη πρό­σβα­ση :http://​gallica.​bnf.​fr/​ark:/​12148/​bpt​6k56​1344​3s/​f1
Pantelakis Nikos, «Crédits et rapports franco-helléniques 1917-1928», Actes du colloque tenu en novembre 1989 à Thessalonique, Institut d’histoire des conflits contemporains, Πα­ρί­σι, 1992.
Reinhardt Carmen & Rogoff Kenneth, Cette fois, c’est différent. Huit siècles de folie financière, Pearson, Πα­ρί­σι, 2010.
Reinhardt Carmen M. & M. Belen Sbrancia, «The Liquidation of Government Debt», Economic Policy 30, ν. 82, . 2015, σσ. 291-333.
Reinhardt Carmen & Trebesch Christoph, The Pitfalls of External Dependence : Greece, 1829-2015, BPEA Conference Draft, September 10-11, 2015.
Sack, Alexander Nahum, Les effets des transformations des États sur leurs dettes publiques et autres obligations financières, Recueil Sirey, Πα­ρί­σι, 1927.
Tsoucalas Constantin, La Grèce de l’indépendance aux colonels, Maspéro, Πα­ρί­σι, 1970.



Ευ­χα­ρι­στί­ες



Ο συγ­γρα­φέ­ας ευ­χα­ρι­στεί θερμά τους Olivier Delorme, Pierre Gotiniaux, Γιάν­νη Θα­να­σέ­κο, Jean-Marie Harribey, Δάφνη Κιού­ση, Θάνο Κο­νταρ­γύ­ρη, Damien Millet, Νίκο Πα­ντε­λά­κη, Claude Quémar, Patrick Saurin και Ελένη Τσέ­κε­ρη, για την ανά­γνω­ση του δο­κι­μί­ου και τις χρή­σι­μες πα­ρα­τη­ρή­σεις τους.



Ο συγ­γρα­φέ­ας φέρει ακέ­ραια την ευ­θύ­νη για τυχόν λάθη που πε­ριέ­χο­νται στο συ­γκε­κρι­μέ­νο άρθρο.



Με­τά­φρα­ση Πάνος Αγ­γε­λό­που­λος



Ση­μειώ­σεις

[1] Για την ανά­λυ­ση των χρεών αυτών και την κρι­τι­κή της συμ­φω­νί­ας του 1878, βλ. το 1ο μέρος αυτής της σει­ράς άρ­θρων, http://​cadtm.​org/​La-​Grece-​ind​epen​dant​e-​est-​nee-​avec

[2] Βλ. http://​www.​lemonde.​fr/​economie/​article/​2015/​07/​16/​quand-​la-​france-​et-​l-​allemagne-​mirent-​la-​grece-​sous-​tutelle-​en-​1898_​4685561_​3234.​html

[3] Βλ. http://​www.​bilan.​ch/​argent-​finances-​plus-​de-​redaction/​grece-​a-​deja-​faillite-​six-​lhistoire

[4] Σχε­τι­κά με τον ιμπε­ρια­λι­σμό, βλ. εν­δει­κτι­κά, με­τα­ξύ των κλα­σι­κών έργων : Rudolf Hilferding, La capital financier (1910), Rosa Luxemburg L’accumulation capitaliste (1913), Vladimir Lénine L’impérialisme, stade suprême du capitalisme(1916), Nicolas Boukharine, L'Économie mondiale et l'impérialisme (1915), Ernest Mandel, Le troisième âge du capitaliste (1972), Samir Amin, Le développement inégal (1973).

[5] Βλ. Carmen M. Reinhart & Christoph Trebesch : The Pitfalls of External Dependence : Greece, 1829-2015, σ. 24. Η Ελ­λά­δα έλαβε 1,3 εκατ. λίρες τα έτη 1824-1825 και το 1878 δέ­χτη­κε να απο­πλη­ρώ­σει 1,2 εκατ. λίρες συν τους τό­κους.

[6] Βλ. Louise Abellard, «L’Empire Ottoman face à une “troïka” franco-anglo-allemande : retour sur une relation de dépendance par l’endettement», δη­μο­σιεύ­τη­κε στις 17 Οκτω­βρί­ου 2013 : http://​cadtm.​org/​L-​Empire-​Ottoman-​face-​a-​une-​troika

[7] Βλ. http://​cadtm.​org/​La-​Grece-​ind​epen​dant​e-​est-​nee-​avec

[8] Βλ. http://​cadtm.​org/​La-​Grece-​ind​epen​dant​e-​est-​nee-​avec

[9] Βλ. Marichal Carlos, A Century of Debt Crises in Latin America, Prince­ton University Press, 1989, σ. 283, κε­φά­λαιο 6.

[10] Βλ. Carmen M. Reinhart & Christoph Trebesch : The Pitfalls of External Dependence : Greece, 1829-2015, σ. 25.

[11] Βλ. Edouard Driault & Michel Lhéritier, Histoire diplomatique de la Grèce de 1821 à nos jours, Presses universitaires de France, 1926, 5 τ. Η ανα­φο­ρά στο 56% βρί­σκε­ται στον τόμο 4, σ. 296. Η πε­ρι­γρα­φή της κα­τά­στα­σης από τους Driault και Lhéritier πα­ρου­σιά­ζει εξαι­ρε­τι­κό εν­δια­φέ­ρον. Προ­βο­λή Εγ­γρά­φου : http://​anemi.​lib.​uoc.​gr/​php/​pdf_​pager.​php?​rec=/​metadata/​9/​b/​3/​metadata-​01-​0000787.​tkl&​do=112683_​04.​pdf&​lang=el&​pageno=1&​pagestart=1&​width=460.​08%20pts&​height=699.​6%20pts&​maxpage=604

[12] Ό. π., τόμος 4, σ. 301.

[13] Πρό­κει­ται για την καλά στοι­χειο­θε­τη­μέ­νη θέση των Edouard Driault και Michel Lhéritier, ό. π., τ. 4, σ. 385 κ. εξ. Οι συγ­γρα­φείς πα­ρα­θέ­τουν μια λε­πτο­με­ρή πε­ρι­γρα­φή της γέν­νη­σης και της κα­τά­λη­ξης αυτής της σύ­γκρου­σης. Βλ. ό. π., κε­φά­λαιο VII.

[14] Βλ. το κεί­με­νο του συμ­φώ­νου ει­ρή­νης και το πλή­θος των στοι­χεί­ων που πα­τα­θέ­ουν στο πα­ράρ­τη­μα (στα γαλλ.) : http://​gallica.​bnf.​fr/​ark:/​12148/​bpt​6k56​1329​7n/​f1.​image

[15] Το ΤΑΙ­ΠΕΔ (Τα­μείο Αξιο­ποί­η­σης Ιδιω­τι­κής Πε­ριου­σί­ας του Δη­μο­σί­ου) συ­στά­θη­κε κα­τό­πιν σχε­τι­κής απαί­τη­σης της Τρόι­κας μετά το 2010 για να φέρει εις πέρας τις προ­βλε­πό­με­νες από τα μνη­μό­νια διω­τι­κο­ποι­ή­σεις. Τα έσοδα του χρη­σι­μο­ποιού­νται εξο­λο­κλή­ρου για την απο­πλη­ρω­μή του χρέ­ους.

[16] Οι­κο­νο­μι­κή Συμ­φω­νία με την Ελ­λά­δα, ερ­γα­σί­ες της Διε­θνούς Επι­τρο­πής Οι­κο­νο­μι­κών, επι­φορ­τι­σμέ­νης με την προ­ε­τοι­μα­σία του σχε­δί­ου / Γαλ­λι­κό Υπουρ­γείο Εξω­τε­ρι­κών, Πα­ρί­σι, 1898, σ. 33 (Arrangement financier avec la Grèce, travaux de la Commission internationale chargée de la préparation du projet / Ministère des affaires étrangères – Paris, 1898).

[17] Από τα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 1890 έως το τέλος του Β’ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου, η Γερ­μα­νία απο­τε­λεί τη βα­σι­κή χώρα απορ­ρό­φη­σης των ελ­λη­νι­κών εξα­γω­γών.

[18] Βλ. Carmen M. Reinhart & Christoph Trebesch : The Pitfalls of External Dependence : Greece, 1829-2015, σ. 15.

[19] Ό. π., πί­να­κας 9, σ. 14.

[20] Eugène-Melchior de Vogüé, « Livres Jaunes », στην εφη­με­ρί­δα Le Figaro, 2 Μαίου 1898.

[21] Σύμ­φω­να με τους Driault και Lhéritier, οι οποί­οι πα­ρα­πέ­μπουν σε τεκ­μη­ριω­μέ­νες ερ­γα­σί­ες, οι ελ­λη­νι­κοί τί­τλοι χρέ­ους που εκ­δό­θη­καν στη Γαλ­λία, αγο­ρά­στη­καν σεδόν απο­κλει­στι­κά από Έλ­λη­νες που κα­τοι­κού­σαν στη Γαλ­λία και όχι από Γάλ­λους. Βλ. Edouard Driault & Michel Lhéritier, Histoire diplomatique de la Grèce de 1821 à nos jours, Presses universitaires de France, 1926, τ. 4, σ. 304, υπο­ση­μεί­ω­ση 1.

[22] Τα απο­σπά­σμα­τα που πα­ρα­θέ­του­με εντός πα­ρεν­θέ­σε­ων προ­έρ­χο­νται από το βι­βλίο του Κων­στα­ντί­νου Τσου­κα­λά, La Grèce de l’indépendance aux colonels,Maspéro, Paris, 1970.

[23] Στο παρόν άρθρο, δεν μπο­ρού­με να προ­βού­με σε μια εκτε­νή κρι­τι­κή ανά­λυ­ση των χρεών για τα οποία οι συμ­μα­χι­κές δυ­νά­μεις απαί­τη­σαν εξό­φλη­ση από την Ελ­λά­δα μετά τον Α’ Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο, ακόμα κι αν θε­ω­ρού­με ότι ένα ση­μα­ντι­κό μέρος τους είναι πα­ρά­νο­μο. Για μια ει­σα­γω­γή στο εν λόγω ζή­τη­μα, βλ. Nikos Pantelakis, «Crédits et rapports franco-helléniques 1917-1928», Actes du colloque tenu en novembre 1989 à Thessalonique, Institut d’histoire des conflits contemporains, Πα­ρί­σι, 1992.

[24] Το Gold Standard ή étalon-or, στα γαλ­λι­κά, είναι ένα σύ­στη­μα διε­θνώς συ­ναλ­λα­γών του οποί­ου η βα­σι­κή μο­νά­δα μέ­τρη­σης αντι­στοι­χεί σε ένα κα­θο­ρι­σμέ­νο βάρος χρυ­σού. Οι υπο­στη­ρι­κτές του εν λόγω συ­στή­μα­τος δια­τεί­νο­νται ότι μπο­ρεί να αντι­στέ­κε­ται κα­λύ­τε­ρα στην εξά­πλω­ση των πι­στώ­σε­ων και του χρέ­ους. Σε αντί­θε­ση με ένα πα­ρα­στα­τι­κό χρήμα, ένα κρά­τος δεν μπο­ρεί να εκ­δό­σει εθνι­κό νό­μι­σμα με τρόπο αυ­θαί­ρε­το αν το νό­μι­σμα κα­θο­ρί­ζε­ται στη βάση της τιμής του χρυ­σού. Από το 1929 και την έναρ­ξη της Πα­γκό­σμιας οι­κο­νο­μι­κής ύφε­σης, τα βρε­τα­νι­κά απο­θέ­μα­τα χρυ­σού κα­ταρ­ρέ­ουν σε βαθμό που το πα­θη­τι­κό της Τρά­πε­ζας της Αγ­γλί­ας υπερ­βαί­νει τα απο­θε­μα­τι­κά της. Έτσι, το Σε­πτέμ­βριο του 1931, απο­φα­σί­ζει να ανα­στεί­λει την εξω­τε­ρι­κή με­τα­τρε­ψι­μό­τη­τα της αγ­γλι­κής λίρας και να την αφή­σει να δια­κυ­μαί­νε­ται ελεύ­θε­ρα. Λίγο καιρό αρ­γό­τε­ρα, η Γερ­μα­νία, η Αυ­στρία και η Νορ­βη­γία ακο­λού­θη­σαν το πα­ρά­δειγ­μά της. οι ΗΠΑ εξήλ­θαν του εν λόγω συ­στή­μα­τος το 1933.






αναδημοσίευση από  Rproject | Resist | Reclaim | Revolt

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου