Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Η βούληση για ισχύ και κυριαρχία: η περίπτωση Γιακουμάκη


τoυ Χάρη Ναξάκη
Στις 20 Δεκεμβρίου του 1988 ο Δ. Παπαδόσηφος σκότωσε κατά τη διάρκεια δίκης τον φονιά του γιού του στο εφετείο του Πειραιά αναφωνώντας: «ξαλάφρωσα, αγαλλίασε η ψυχή μου, λευτερώθηκα. Δικάστε με εις θάνατο να τελειώνω.» Ο γιος του είχε σκοτωθεί, λέγεται με αιτία μια γυναίκα, από τον Γ. Βενιεράκη σε μια καφετέρια του Ρεθύμνου. Για το όπλο που χρησιμοποιήθηκε, ένα λούγκερ που το είχε πάρει από τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της μάχης της Κρήτης, ο θρύλος λέει ότι το είχε κρύψει στην τεράστια γενειάδα του. Δεν ανασύρω από τη μνήμη μου την παλιά αυτή ιστορία ως μια προτροπή, μια ωδή για τη βεντέτα, για να την εξυμνήσω ως τρόπο απόδοσης δικαιοσύνης ή για να προβλέψω μια παρόμοια εξέλιξη για τους δολοφόνους του Γιακουμάκη, γιατί για δολοφόνους πρόκειται. Σε μια άδικη ή σε μια αξιοβίωτη κοινωνία η βεντέτα δεν είναι τρόπος απονομής του δικαίου. Η βεντέτα είναι όμως ένας τρόπος αντιμετώπισης του τέρατος που φέρουμε μέσα μας. Σκοτώστε ή τουλάχιστον χαλιναγωγήστε την ύβρη που φέρουμε μέσα μας, την τεράστια αφθονία κακοβουλίας, μοχθηρίας, ιδιοτέλειας, βούλησης για κυριαρχία, που είναι έμφυτα και επίκτητα. Μπορούμε όμως να ανοίξουμε μια βεντέτα με τον εαυτό μας, να δολοφονήσουμε μόνοι μας το κακό που φέρουμε μέσα μας;

Κατ ’αρχάς πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό είναι στοιχείο της ανθρώπινης κατάστασης και όχι μόνο των ταξικών κοινωνιών, παρότι βέβαια ενισχύεται και μεγεθύνεται απ’ αυτές, μέσω του άκρατου ανταγωνισμού, του καταναλωτισμού, της επιβίωσης του ισχυρότερου και της θεοποίησης του χρήματος. Μια ζωή ήμουν με τους «από κάτω», τους εξουσιαζόμενους, στον ύπνο και τον ξύπνιο μου, μεγάλωσα πλέον και δεν σκοπεύω να αλλάξω στρατόπεδο. Και να ήθελα είναι αργά. Στα φοιτητικά μου χρόνια πίστεψα, ευτυχώς για λίγο, λόγω των αιρετικών φωνών της Άρεντ, του Καμύ, του Λας, του Παπαϊωάννου, του Καστοριάδη, του Κονδύλη κλπ, τις χιλιαστικές διαφωτιστικές προσδοκίες ( αριστερές και φιλελεύθερες) για την επίτευξη ενός επίγειου παράδεισου, που θα νοηματοδοτούσε τη ζωή μας. Κάθε όμως επίγειος παράδεισος προϋποθέτει και ένα υποκείμενο που θα μας οδηγήσει σε αυτόν. Το υποκείμενο δε αυτό πρέπει να είναι άσπιλο και αμόλυντο στο βάθος της ψυχής του, αγγελικό, για να μας οδηγήσει ως αναμάρτητο που είναι στον παράδεισο. Το υποκείμενο αυτό ονομάστηκε λαός, προλετάριοι, εξουσιαζόμενοι, πλήθος, κλπ. Αν όμως το υποκείμενο, οι καταπιεσμένοι, είναι ορισμένες ή πολλές φορές κακόβουλοι, ιδιοτελείς, εγωιστές και δολοφόνοι δεν πρέπει να ανησυχούμε διότι αυτό είναι μια προσωρινή κατάσταση του Είναι τους, γιατί έχουν ξεγελαστεί, αλλοτριωθεί, από τις ελίτ των κυρίαρχων και τον πολιτισμό τους.

Η διαφωτιστική αυτή αντίληψη είναι στην ουσία της Ρουσσωική, «ο άνθρωπος γίνεται ελεύθερος κι όμως παντού είναι αλυσοδεμένος», θεωρεί δηλαδή ότι η κτητική μας συμπεριφορά, η βούληση για ισχύ και για κυριαρχία είναι αποκλειστικό δημιούργημα των κοινωνικών δομών, ένα επίκτητο χαρακτηριστικό. Έτσι, σύμφωνα με την Ρουσσωική-Μαρξική αντίληψη η ανθρώπινη υπόσταση είναι μια άγραφη πλάκα άρα μπορούμε να γράψουμε πάνω της μόνο ισότητα, ελευθερία και καλοσύνη ή είναι «φύση καλή» και άρα θα την καθαρίσουμε από τα επίκτητα μιάσματα του κυρίαρχου πολιτισμού. Γιατί βέβαια αν οι άνθρωποι είναι έμφυτα μόνο καλοί ή μια άγραφη πλάκα, τότε οι αρνητικότητες (εγωισμός, βία, κλπ) είναι εξωτερικά γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης και άρα θα αρθούν σε μια άλλη κοινωνία. Το ερμηνευτικό αυτό σχήμα έχει βέβαια έτοιμη τη λύση της κάθαρσης. Οι διανοούμενοι, η πρωτοπορία των καταπιεσμένων, οι πεφωτισμένοι, κατέχουν το άγιο δισκοπότηρο της αυθεντικής γνώσης, είναι κτήτορες μιας αμόλυντης συνείδησης, κατέχουν το «αγαθό» του Πλάτωνα και θα το μεταβιβάσουν στους αμαρτωλούς των κατώτερων παραπλανημένων τάξεων. Αυτό είναι το σχέδιο του διαφωτισμού, του πολιτισμού των φώτων.

Τι είναι λοιπόν το bullying που σκότωσε τον Γιακουμάκη; Λεκτική και σωματική βία που βασίζεται στη διαφορά φύλου, εθνικότητας, ομορφιάς, χρώματος, κλπ; Είναι και αυτό, αλλά αν ήταν μόνο αυτό τότε ίσως να αρκούσαν λίγα σεμινάρια, διαλέξεις και συνέδρια για να μειωθεί ή να εξαλειφθεί. Θα αρκούσε δηλαδή μια εκπαιδευτική και διαπαιδαγωγική στρατηγική με ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς στα σχολεία. Αλήθεια ποιοι θα ήταν οι καταναλωτές των μορφωτικών αυτών σεμιναρίων; Οι περήφανοι γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους στα πρωινάδικα για πασαρέλα και στα talent show για τραγούδι ή οι προοδευτικοί καθηγητές που στο όνομα σύγχρονων παιδαγωγικών μεθόδων προτιμούν να σιωπούν διότι τα όρια, οι απαγορεύσεις και οι ποινές θα καταστρέψουν τον ψυχισμό του παιδιού; Οι φορείς του bullying είναι οι κυρίαρχες ελίτ και οι μηχανισμοί τους; Και οι αποκάτω; Είναι τα θύματα ή είναι κι αυτοί θύτες; Και πως γίνεται οι αποκάτω, οι καταπιεσμένοι, να είναι φορείς δύναμης και επιβολής ισχύος; Είναι οι φορείς του bullying διαστροφικά άτομα όπως αφελώς υποστηρίζουν οι ψυχολόγοι, άτομα που δεν έχουν αιτία ή δικαιολογία για αυτά που πράττουν;

Να το θέσω καθαρά. Το bullying δεν είναι εκτροπή από το νεωτερικό δυτικό πολιτισμό αλλά σάρκα από τη σάρκα του, όσο κι αν δεν αρέσει αυτό στους κάθε λογής διαφωτιστές αγραφοπλακίτες. Ο Γιακουμάκης δεν είναι νεκρός επειδή ήταν διαφορετικός. Ο δολοφόνος του είναι η έμφυτη και επίκτητη βούληση για δύναμη, επιθυμία ισχύος και κυριαρχίας. Ποιες είναι όμως οι ρίζες της επιθυμίας ισχύος;

Η βούληση για ισχύ (δύναμη, εξουσία, βία) είναι ένας μηχανισμός κυριαρχίας που είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης κατάστασης, του ότι δηλαδή το υποκείμενο είναι εγωκεντρικό, η συνείδηση είναι ατομική. Το άτομο πάντα βιώνει τον εαυτό του ως πρώτο πρόσωπο, ως υποκείμενο. Ταυτόχρονα όμως ο άλλος κατοικεί μέσα στο εγώ γιατί ανήκουμε σ’ ένα εμείς (κοινότητα, οικογένεια, φίλοι). Η ανάγκη του άλλου είναι ιδρυτικό στοιχείο της ανθρώπινης ταυτότητας, όπως και το εγώ (πρώτο πρόσωπο). Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει ένα βιολογικό υπόστρωμα, που διαμορφώθηκε κατά την εξελικτική πορεία του είδους και αποτυπώνεται στη νευρωνική λειτουργία συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου (μεταιχμιακό σύστημα, ιππόκαμπος, προμετωπιαίος φλοιός), το οποίο σχετίζεται με την επιθετική και την αλτρουιστική συμπεριφορά. Η ύπαρξη του βιολογικού (φυσικού) αυτού υποστρώματος δείχνει ότι η συμπεριφορά μας δεν εξαρτάται μόνο από περιβαλλοντικούς, μαθησιακούς, κοινωνικούς παράγοντες, αλλά και από εγγενείς βιολογικές δομές που διαμορφώθηκαν κατά την εξελικτική μας ιστορία για λόγους επιβίωσης. Ο εγωκεντρισμός λοιπόν, η εξατομικευμένη μας συνείδηση, μπορεί να οδηγηθεί στον εγωισμό και την επιθυμία ισχύος όταν κυριαρχεί το εγώ, αλλά και στον αλτρουισμό εφόσον είμαστε ικανοί να αφιερώσουμε το πρώτο πρόσωπό μας σε ένα εμείς και σε ένα εσύ. Όταν όμως το κοινωνικό περιβάλλον, όπως πράττει σήμερα ο δυτικός νεωτερικός πολιτισμός, της απεριόριστης εμπορευματοποίησης και της καταναλωτικής φρενίτιδας, καταστρέφει τον άλλο, το εμείς που έχουμε μέσα μας, τότε το άτομο δεν είναι άτομο αλλά μετατρέπεται σε ιδιοτελές υποκείμενο, σε δολοφόνο του άλλου. Γι’ αυτό ο σημερινός πολιτισμός δεν μπορεί να περιορίσει την επιθυμία ισχύος, γιατί ο κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος είναι το αυτοαναφορικό άτομο που θεωρεί ιερό δικαίωμά του να απελευθερώνει τις επιθυμίες του και να τις ικανοποιεί με εμπορεύματα. Ο ανελέητος ανταγωνισμός, ο θάνατος του άλλου, είναι το ισοδύναμο του απόλυτου εγωισμού.

Αν λοιπόν η κόλαση είναι οι άλλοι, όπως αφελώς(;) έλεγε ο Σαρτρ, άρα ο θάνατος του άλλου θα ανυψώσει την ατομικότητά μου, τότε αυτό το υποκείμενο φέρει μέσα του ως ιδρυτική πράξη της ταυτότητάς του την επιθυμία ισχύος πάνω στους άλλους, την εγωιστική περιχαράκωση. Γι’ αυτό είναι αυταπάτη η κυρίαρχη πρόταση για περιορισμό της ισχύος μέσω του ορθού λόγου, της μάθησης, της παιδείας. Γιατί είναι ορθολογικό να είμαι ισχυρός, δηλαδή να επιλέξω τα πιο κατάλληλα μέσα για να επιδιώξω καλύτερα τον σκοπό, που δεν είναι άλλος από την με καλύτερους όρους δικιά μου επιβίωση. Αφού λοιπόν αναγνωρίσουμε την τραγική υπόσταση του υποκειμένου, απορρίπτοντας την μυθολογική Ρουσωική-Μαρξική κατασκευή του έκπτωτου αγγέλου, κατανοήσουμε δηλαδή ότι στον άνθρωπο υπάρχει απίστευτη αφθονία κακοβουλίας και ιδιοτέλειας, αλλά και αλληλεγγύης και ανιδιοτέλειας, τότε θα είμαστε σε θέση να εφεύρουμε τρόπους και θεσμούς που θα επιτηρούν την ιδιοτέλεια και θα ενθαρρύνουν την ανιδιοτέλεια. Αν όμως, όπως είναι το πιθανότερο, η επιθυμία ισχύος και η ιδιοτέλεια ως χαρακτηριστικά του homo sapiens εμφανίστηκαν πρώτα στην εξελικτική του διαδρομή και είναι και αρκετά ισχυρά, τότε το εγχείρημα της ενίσχυσης της άλλης αλλά λειψά αναπτυγμένης πλευράς της ανθρώπινης κατάστασης, του αλτρουισμού και της διυποκειμενικότητας, είναι ένα κολοσσιαίο εγχείρημα κοινωνικού και ανθρωπολογικού μετασχηματισμού.

Ας δώσουμε όμως ένα παράδειγμα, από τα εκατοντάδες που έχουν καταγράψει οι ανθρωπολογικές έρευνες, για το πώς οι προμοντέρνοι λαοί, οι πρωτόγονες τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες, αυτούς που ο σημερινός παρακμιακός δυτικός πολιτισμός χαρακτηρίζει άγριους, αντιμετώπιζε τους εγωιστές αποστάτες, την βούληση για ισχύ. Οι άντρες κυνηγοί μιας φυλής πυγμαίων στο Κονγκό, στα πλαίσια του συλλογικού κυνηγιού σχημάτιζαν ένα νοητό κύκλο από ατομικά δίχτυα με καθορισμένες θέσεις για τον καθένα για να πιάνουν τα θηράματα. Ένας όμως κυνηγός, ο Κεφού, αποστάτησε, απομακρύνθηκε από την καθορισμένη θέση του και έπιασε πρώτος το θήραμα. Σύμφωνα με τα έθιμα της φυλής θα έπαιρνε μεγαλύτερη μερίδα και θα εξασφάλιζε κοινωνική αίγλη. Η φυλή όμως είχε μηχανισμούς για την τιμωρία της ιδιοτελούς αποστασίας, γιατί πάντα βέβαια υπάρχουν αποστάτες. Για μια εβδομάδα κανείς δεν του μιλούσε, τα παιδιά και οι γυναίκες τον περιγελούσαν, οι άντρες τον αγνοούσαν, του αρνήθηκαν το κάθισμα που δικαιούνταν μόνο οι μεγάλοι κυνηγοί. Να λοιπόν ένας αποτελεσματικός μηχανισμός απομόνωσης των αποστατών χωρίς αστυνομία, δικαστήρια, νόμο και κράτος. Η ιδιοτέλεια και η βούληση για δύναμη είναι ευκολότερο να ελεγχθεί στα πλαίσια της κοινότητας, της γειτονιάς, στις μικρές πόλεις και αυτό είναι ένα μάθημα των προμοντέρνων κοινωνιών στις σημερινές. Χωρίς την διάλυση της μεγαμηχανής του κράτους και το πέρασμα σε μικρότερα κοινωνικά και παραγωγικά μεγέθη κανένα αμεσοδημοκρατικό εγχείρημα δεν είναι εφικτό, κανένας έλεγχος του ατομοκενρικού φαντασιακού της απόλαυσης χωρίς όρια, της εγωιστικής καταστροφής του άλλου, δεν θα είναι εφικτός. Η φιλελεύθερη ουτοπία του αχαλίνωτου καπιταλισμού θα έχει καταστρέψει το υποκείμενο.

Δεν υπάρχει λοιπόν αθωότητα στα οράματα των καταπιεσμένων διότι οι σημερινοί κυριαρχούμενοι μπορεί να είναι αυριανοί κυρίαρχοι αν οι ίδιοι δεν δημιουργήσουν θεσμούς που να περιορίζουν στην πράξη την ύβρη της βούλησης για ισχύ. Η επίγνωσή της γεννάει την ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο και όχι η αποσιώπησή της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου